Blu-ray review: Fantomas: Three Film Collection (1964 – 1967)
Ο Φαντομάς είναι ένας μυστηριώδης αντιήρωας που δημιουργήθηκε από τους Marcel Allain και Pierre Souvestre και αποτέλεσε φαινόμενο των γαλλικών pulp βιβλίων από το 1911 μετρώντας ντουζίνες τόμων που έγιναν
ανάρπαστοι στο κοινό που διψούσε για περιπέτεια και δράση. Όπως διαβάσατε στο Horrorant μια
εβδομάδα πριν, ο σκηνοθέτης Louis Feuillade μετέφερε με μεγάλη επιτυχία στη μεγάλη οθόνη τα καμώματα του μυστηριώδη
χαρακτήρα με τη μορφή του ομότιτλου σήριαλ που προβλήθηκε το 1913 και 1914.
Τη δεκαετία του ’60, ο σκηνοθέτης Andre Hunebelle, επηρεασμένος από το είδος του Eurospy, μας προσέφερε μια άκρως μοντέρνα και διασκεδαστική εκδοχή του master criminal, μέσω μιας τριλογίας που γνώρισε τεράστια επιτυχία, και έμελε να κάνει
γνωστότερο τον χαρακτήρα διεθνώς.
Ο Φαντομάς (1964)
Ο Φαντομάς (Fantomas, 1964)
Ο κακοποιός του τίτλου (Jean Marais) είναι αρκετά κακός εδώ – ληστεύει και σκοτώνει σχεδόν αδιακρίτως – και στα
ίχνη του θα βρεθούν ένας δημοσιογράφος (Robert Dalban) και ο επιθεωρητής της αστυνομίας (Louis de Funes). Όμως παρότι ο πλέον ζάμπλουτος κακοποιός τους ξεφεύγει με χαρακτηριστική
ευκολία (χάρη στην ευρηματικότητα του) τα πράγματα γίνονται ακόμα πιο δύσκολα
όταν επιστρατεύει το νέο του όπλο, που δεν είναι άλλο από συνθετικές μάσκες, οι
οποίες του επιτρέπουν να διαπράττει τα εγκλήματα του παίρνοντας τη μορφή των
εχθρών του.
Γνωστός για τις κατασκοπικές του ταινίες με τον πράκτορα OSS 117, ο σκηνοθέτης Andre Hunebelle έφερε μαζί του τις συγκεκριμένες καλλιτεχνικές ευαισθησίες (στην ουσία
«καβαλώντας» στην επιτυχία του 007) σε αυτή τη μεταφορά του πασίγνωστου γάλλου
κακοποιού στη μεγάλη επιτυχία και τις συνδύασε με μια διάθεση για κωμωδία, η
οποία αγαπήθηκε πολύ από το κοινό σε όλο τον κόσμο (κυρίως σε Ιαπωνία, Ευρώπη,
και Σοβιετική Ένωση). Τα πολύχρωμα σκηνικά και οι σκηνές δράσης είναι πέρα για
πέρα απολαυστικά.
Η Επιστροφή του Φαντομά
Η Επιστροφή του Φαντομά (Fantomas se Dechaine, 1965)
Ο επιθεωρητής Juve (Louis de Funes) βραβεύεται για την εξαφάνιση του κακοποιού του τίτλου από την
επικαιρότητα, όμως αυτός (Jean Marais) επιστρέφει για να γελοιοποιήσει τόσο τον νόμο όσο και τα media (με επικεφαλή τον Robert Dalban).
Αυτό εδώ το αδύναμο sequel σε σκηνοθεσία Andre Hunubelle διαθέτει περισσότερα gadget (τα οποία δεν εκπληρώνουν μόνο την απαραίτητη ποζεριά αλλά έχουν και
δραματουργικό λόγο ύπαρξης) αλλά λείπει ο ενθουσιασμός της πρώτης ταινίας, και
αυτό οφείλεται στο ότι ο κακοποιός κάνει αισθητή την παρουσία του μόνο στο
δεύτερο μισό της ταινίας, με την υπόλοιπη διάρκεια της να αναλώνεται σε μέτρια
γκαγκ κωμωδίας καταστάσεων. Βέβαια αυτό δεν στέρησε την επιτυχία από το franchise, το οποίο με αυτό το κεφάλαιο του έκανε μεγάλο άνοιγμα και στην αγορά των
Ηνωμένων Πολιτειών.
Ο Φαντομάς εναντίον της...
Ο Φαντομάς εναντίον της Σκότλαντ Γιαρντ (Fantomas contre Scotland Yard, 1967)
Το τελευταίο εγκληματικό κόλπο του κακοποιού του τίτλου (Jean Marais) είναι η υπέρ-φορολόγηση των πλουσίων (το οποίο είναι ευπρόσδεκτο, αν με
ρωτάτε), ένα μέτρο με το οποίο όσοι δεν συμμορφωθούν θα καταλήξουν νεκροί. Για
την επίλυση του παραπάνω προβλήματος ο λόρδος McRashley (Jean-Roger Caussimon) μέσω της Scotland Yard προσφέρει χείρα βοηθείας στον επιθεωρητή Juve (Louis de Funes).
Ο σκηνοθέτης Andre Hunubelle συνεχίζει τα travelogue πλάνα που είναι συνυφασμένα με το πρακτορικό είδος και αυτή
τη φορά μας πάει στη Βρετανία (η προηγούμενη ταινία είχε πολλά γυρίσματα στην
Ιταλία), όμως έχουν στερέψει τόσο ο ενθουσιασμός (τα gadgets και η δράση δεν κερδίζουν το κοινό) όσο και το χιούμορ (το
οποίο είναι αρκετά δύσκολο να «μεταφραστεί» από τα γαλλικά), με αποτέλεσμα αυτή
– η τρίτη κατά σειρά – ταινία να αποτελέσει και το φινάλε του franchise.
Επίμετρο
Η Kino Lorber Studio Classics στο διπλό Region A Blu-ray set της παρουσιάζει τις τρεις ταινίες (στα γαλλικά, με αγγλικούς
υπότιτλους) στο αυθεντικό τους aspect ratio (συγκεκριμένα 2.35:1) και τα transfer είναι
πραγματικά εκθαμβωτικά, όπως κανείς θα περίμενε με τις πρώτες δύο ταινίες να
έχουν γυριστεί σε Eastmancolor και την τελευταία σε Technicolor. Σε πρόσθετες παροχές είναι φτωχό, καθώς διαθέτει μόνο έναν ηχιτικό
σχολιασμό του Tim Lucas και ένα τσούρμο trailer.
Post a Comment