Αφιέρωμα: Children of the Corn – πέραν των κινηματογραφικών ταινιών
Βασισμένο στην ομότιτλή short story του Stephen King που δημοσιεύτηκε στο Penthouse τον Μάρτιο του 1977, η μεταφορά του Children of the
Corn στη μεγάλη οθόνη με το επιτυχημένο Children of the
Corn (1984), βρήκε μια κινηματογραφική συνέχεια στο Children of the Corn II: The
Final Sacrifice (1992). Όμως από τότε, ακολούθησαν πολλά sequel,
remake, reboot, κτλ. και
όλα τους παρέκαμψαν τις κινηματογραφικές αίθουσες, και κυκλοφόρησαν straight-to-video.
Σε αυτό το αφιέρωμα θα ρίξουμε μια ματιά σε όλα αυτά.
Movie review: Children of the Corn III: Urban Harvest (1995)
Οι νεαροί Eli
(ο Daniel Cerny)και
ο Joshua(ο Ron Melendez,
γνωστότερος για τις τηλεοπτικές του δουλειές)μετακομίζουν στο Σικάγο, όπου δεν
γίνονται εύκολα δεκτοί από την κοινωνία και το σχολικό περιβάλλον επειδή είναιAmish.Ήδη
από την πρώτη νύχτα τους εκεί ο Eliθα πάει στο
πλησιέστερο χωράφι για αφυπνίσει τον μεταφυσικό προϊστάμενο του, πράγμα που
έχει ως αποτέλεσμα να φυτρώσουν αυτόματα πολλά καλαμπόκια. Όμως ο απώτερος
σκοπός είναι να χρησιμοποιηθεί αυτός ο μεταφυσικός κύριος για να βάλει τάξη
στον αμαρτωλό τρόπο ζωής της μεγαλούπολης. Οι πρωταγωνιστές θα αρχίσουν να
πεθαίνουν ο ένας μετά τον άλλον (με αρκετά ευφάνταστους τρόπους), ενώ διάφορες
αποκαλύψεις (όπως το ότι ο Eliδεν έχει μεγαλώσει
καθόλου από τα μέσα της δεκαετίας του 1960) κάνουν την όλη ατμόσφαιρα ιδιαίτερα
τρομακτική. Την κατάσταση δεν βοηθά και το γεγονός πως ο Eliμέσω
κάποιας δικής του βίβλου έχει προσηλυτίσει αμέτρητους συμμαθητές του και έχουν
φτιάξει μια αίρεση από νεαρά διαβολάκια έτοιμα να σκορπίσουν τη φρίκη.
Αφού πέρασαν τα
δικαιώματα του franchise στη Dimension
Filmsκαι το στούντιο της Miramax,
που είναι πασιφανές πως στόχος τους ήταν η ποσότητα (έστω και σε straight-to-video
μορφή) παρά η ποιότητα, το πρώτο εγχείρημα ήταν τούτο εδώ το φιλμ σε παραγωγή Gary DePewκαι
Brad Southwick [μαζί
κάνανε και το Angel 4: Undercover (1994)].
Το σενάριο είναι
του Dode B. Levenson [Angel 4: Undercover (1994)], ενώ τη σκηνοθεσία ανέλαβε
ο James D.R. Hickox [Sabretooth (2002)]. Οι περισσότεροι πλέον το
θυμούνται απλά ως το ντεμπούτο της Charlize Theron.
Movie review: Children of the Corn: The Gathering (1996)
Η φοιτήτρια
ιατρικής GraceRhodes (η Naomi Watts,
για την οποία δεν χρειάζεται εισαγωγή) επιστρέφει στο πατρικό της για να
ανακουφίσει τη μητέρα της (η Karen Black, για την οποία δεν
χρειάζεται εισαγωγή) που υποφέρει από αγοραφοβία.
Όταν η νεαρή Grace
θα αρχίσει να δουλεύει σε μια κλινική του χωριού, θα
συνειδητοποιήσει πως πολλά παιδάκια παρουσιάζουν παρόμοια και περίεργα
συμπτώματα (για παράδειγμα ανεβοκατεβαίνουν οι πυρετοί τους).
Σύντομα ξεκινούν τα
φονικά στην ευρύτερη περιοχή, και σαν αυτό να μην είναι αρκετό τα παιδιά
δηλώνουν πως είναι άλλοι και δεν αποκρίνονται στα πραγματικά τους ονόματα. Τι
πραγματικά συμβαίνει;
Η λογική που
ακολουθεί το σενάριο των Greg Spence (ο οποίος
σκηνοθέτησε κιόλας) και Stephen Berger, είναι καθαρά by-the-numbers
slasher (διαθέτει ακόμα και final
girl), αλλά οι ανά στιγμές έμπνευση της
σκηνοθεσίας, και η γενική grotesque εικονοκλασία,
κάνουν το τελικό αποτέλεσμα καλύτερο από όσο το περίμενα (ειδικά αν αναλογιστεί
κανείς τη straight-to-videoφύση
της κυκλοφορίας).
Movie review: Children of the Corn V: Fields of Terror (1998)
Όταν χαλά το
αυτοκίνητο τους, μια παρέα νέων, βρίσκεται στο DivinityFalls, όπου μέσα
από τον κάμπο με τα καλαμπόκια θα τους υποδεχθούν – όχι και τόσο φιλικά – μια
παρέα από μυστηριώδη παιδιά.
Οι πρωταγωνιστές
δεν θα αργήσουν να συναντήσουν και έναν περίεργο γέρο (ο David Carradine, για τον οποίο δεν χρειάζεται εισαγωγή), ο οποίος λέει
πως τα παιδιά των καλαμποκιών είναι υπό τον έλεγχο του.
Εν τω μεταξύ, τα
φονικά ξεκινούν, και ο σερίφης της πόλης (ο Fred Williamson, για τον
οποίο επίσης δεν χρειάζεστε εισαγωγή) προσπαθεί αφενός να διατηρήσει την τάξη
και αφετέρου να διώξει τους νεαρούς επισκέπτες.
Η ταινία του
σεναριογράφου και σκηνοθέτη Ethan Wiley [House II: The Second Story (1987)] είναι αρκετά
αστεία (άλλες φορές άθελα της, άλλες φορές επίτηδες με το λακωνικό της
χιούμορ), αλλά τα φονικά είναι αρκετά εμπνευσμένα και αυτό θα πρέπει να είναι
αρκετό για να κρατήσει το ενδιαφέρον σας ζωντανό, αν καταφέρατε να φτάσετε ως
εδώ.
Η παραγωγή των Jeff Geoffray και Walter Josten
[μαζί κάνανε και το Night of the Demons 2 (1994)] κόστισε
$1.7 εκατομμύρια, και διαθέτει ένα υπέροχο καστ, στο οποίο συμπεριλαμβάνεται
και ο Kane Hodder
(για τον οποίο, ναι, δεν χρειάζεστε εισαγωγή) και η Eva Mendes [2 Fast 2 Furious (2003)].
Movie review: Children of the Corn 666: Isaac's Return (1999)
Όπως τα περισσότερα
έκτα κεφάλαια των αγαπημένων μας franchise, έτσι και
αυτό είναι βαρετό. Αρκεί να θυμηθείτε τα Halloween:
The Curse of Michael Myers (1995), Freddy’s Dead: The Final Nightmare (1991), Hellraiser: Hellseeker (2002), για
να πειστείτε πως πρέπει να μείνετε μακριά από την παρούσα ταινία.
Η Hannah
Martin [η Natalie Ramsay του Cruel Intentions 3 (2004)] στο δρόμο
της για το Gatlin όπου πηγαίνει για να γνωρίσει τη
βιολογική της μητέρα, μαζεύει έναν ιερέα [ο Gary Bullock του Species (1995)] που έκανε οτοστόπ, ο οποίος μετά
από λίγο κήρυγμα εξαφανίζεται.
Όταν η
πρωταγωνίστρια φτάνει στον προορισμό της, μαθαίνει πως ο Isaac
(ο John Franklin, ο οποίος έγραψε και το σενάριο, μαζί με τον Tim Sulka)
δεν ήταν νεκρός, αλλά βρισκόταν σε κώμα, και πως τώρα – μετά από 19 χρόνια – έχει
ξυπνήσει.
Το ταξίδι θα
συνεχιστεί, και θα η κοπελιά θα συναντήσει περισσότερες αινιγματικές φιγούρες,
αλλά με τόση πολλή από τη διάρκεια της ταινίας να λαμβάνει χώρα στο αυτοκίνητο
που ταξιδεύει, και οι διαδοχικές σκηνές καταδίωξης (με αυτοκίνητα και
μοτοσυκλέτες) πέριξ κάμπων με καλαμπόκια, κάνουν την ταινία της σκηνοθέτιδας Kari Skogland (γνωστότερη για τις τηλεοπτικές δουλειές της), να
μοιάζει περισσότερο με περιπέτεια ή ταινία δρόμου, παρά με φιλμ τρόμου, παρότι
είναι αρκετά γενναιόδωρη με το splatter της.
Σε κάθε περίπτωση η κίτρινη (αλά σέπια) φωτογραφία του Richard Clabaugh [The Prophecy II
(1998)] είναι λειτουργική.
Movie review: Children of the Corn: Revelation (2001)
Η Jamie
(η Claudette Mink,
γνωστή για τις τηλεοπτικές δουλειές της)επισκέπτεται τη Νεμπράσκα, πόλη
κατοικίας της γιαγιάς της, επειδή η τελευταία δεν απαντά στα τηλεφώνα εδώ και
κάποιο καιρό. Όμως στο αποκομμένο σπίτι της ηλικιωμένης θα βρει μόνο ένα
επίσημο χαρτί που της ζητά να εκκενώσει το διαμέρισμα. Το μυστήριο γίνεται
ακόμη μεγαλύτερο αν αναλογιστεί κανείς πως στην πολυκατοικία κυκλοφορούν δύο
μυστηριώδη παιδάκια (με μαστουρωμένα μοιάζουν). Η νεαρή πρωταγωνίστρια θα
ζητήσει βοήθεια από τον Deputy Armbrister [ο Kyle Cassie του Deadpool (2016)], ενώ θα γνωρίσει και μερικούς
ένοικους της πολυκατοικίας, ανάμεσα τους και η stripper Tiffany
[η Crystal Loweτου
Final Destination 3 (2006)],
που προσφέρει μερικές απαραίτητες σκηνές γυμνού.Σύντομα θα αποκαλυφθεί πως η
εξαφανισμένη γριά στα νιάτα της ήταν μέλος μιας σκοτεινής αίρεσης.
Τοσενάριοτου S.J. Smith [Initiation: Silent Night, Deadly Night 4 (1994)] είναιγεμάτοανεξήγητες
καταστάσεις που δεν βγάζουν κανένα νόημα, αλλά νομίζω πως το franchiseσε
αυτό το στάδιο πλέον, αυτή την τακτική την έχει μεταφράσει σε στυλ και άποψη.
Από την άλλη μεριά,
η σκηνοθεσία του Guy Magar [StepfatherIII (1992)]
επενδύει στην ησυχία, με αποτέλεσμα τα jump scares
να είναι κάπως πιο λειτουργικά.
Ο αρχικός στόχος
ήταν να γίνει remake, αλλά τελικά οι παραγωγοί Michael Leahy
[Halloween: Resurrection (2002)] και JoelSoisson [Piranha 3DD (2012)] προχώρησαν στην επιλογή του sequel.
Για άλλη μια φορά,
και πάλι αξιοπερίεργα, η σειρά κατάφερε να μαζέψει ένα πολύ καλό καστ, στο
οποίο θα συναντήσετε και τον Michael Ironside (δεν
χρειάζεται εισαγωγή).
Movie review: Children of the Corn (2009)
Μια εκτενή εισαγωγή
που λαμβάνει χώρα το 1963 βρίσκει έναν πιτσιρικά [ο Robert Gerdischτου Man of Steele (2013)] να ηγείται
μίας αίρεσης (που απαρτίζεται από πιτσιρικάδες) δοξασίας της γνωστής θεότητας
της σειράς, η οποία υποτίθεται πως προέκυψε από κάποιο εδάφιο της Παλαιάς
Διαθήκης.
Το πρόβλημα με την
άνωθεν εισαγωγή είναι πως δεν έχει και πολύ μεγάλη σχέση με την υπόλοιπη
ταινία, η οποία λαμβάνει χώρα το 1975, και καταπιάνεται με τον βετεράνο
στρατιώτη BurtonStranton (ο David Anders, γνωστότερος για
τις τηλεοπτικές του δουλειές) και τη γυναίκα του Vicky [η Kandyse McClure του Carrie (2002)] που
βρίσκονται στο δεύτερο μήνα του Μέλητος τους και ενώ ο γάμος τους περνά μια
σοβαρή κρίση.
Το ζευγάρι αυτό
λοιπόν θα βρεθεί στη μέση του πουθενά (κοντά στην περιοχή των προαναφερθέν
δοξασιών), και αφού (φαινομενικά, τουλάχιστον) θα παρασύρουν ένα παιδί (ο Remington Jennings) με το αμάξι τους, θα αναζητήσουν σημεία ζωής στα
πέριξ, όπου τα πάντα μοιάζουν να είναι εγκαταλελειμμένα.
Όταν όμως θα
βρεθούν αντιμέτωποι με τα διαβολικά παιδιά των καλαμποκιών, θα ευχηθούν να μην
είχαν βρει ποτέ τους σημείο ζωής.
Την παραγωγή, το
σενάριο, και τη σκηνοθεσία εδώ έχει αναλάβει ο Donald P. Borchers [παραγωγός του Children of the Corn
(1984)] και ενώ ζήτησε τη συνδρομή του Stephen King, ο τελευταίος
αρνήθηκε αφού διάβασε το σενάριο.
Η απόρριψη από τον Stephen King
είναι κατανοητή, καθώςοι εφιάλτες που κληρονόμησε από τον πόλεμο ο κεντρικός
χαρακτήρας, σε συνδυασμό με την υπόλοιπη ταινία που παίζει πολύ με το κλισέ του
χωριού-φάντασμα, κάνουν το αποτέλεσμα να μοιάζει σαν δύο ταινίες ενωμένες, ενώ
καμία από αυτές δεν ξέρει τι ακριβώς θέλει να κάνει.
Ωστόσο, για να
είμαι δίκαιος, δεν είναι ποτέ τόσο προβλέψιμη όσο οι παρόμοιες ταινίες που
κάνουν πρεμιέρα στο SyFy Channel, αλλά αν θέλετε να δείτε μια πραγματικά
καλή ταινία που θέτει το ζήτημα της δολοφονίας παιδιών σας προτείνω να δείτε το
Who Can Kill A Child? (1976).
Movie review: Children of the Corn: Genesis (2011)
Το αυτοκίνητο στο
οποίο επέβαιναν η Allie (η Kelen Coleman, γνωστή
για τις τηλεοπτικές της δουλειές) και ο Tim (ο Tim Rock,
γνωστός για τις τηλεοπτικές του δουλειές) χαλάει και τους αφήνει μόνους στη
μέση του πουθενά. Στο πρώτο σπίτι που θα βρουν, ένοικοι είναι ένας ιερέας [ο Billy Drago του The Hills Have Eyes
(2006)], η βαλκάνια γυναίκα του [η Barbara Nedeljakova του Hostel (2005)]. Αν και όχι και τόσο φιλόξενοι θα επιτρέψουν
στο νεαρό ζευγάρι να περάσει τη νύχτα εκεί, ωστόσο οι πρωταγωνιστές σύντομα θα
ανακαλύψουν πως το γκαράζ της οικίας είναι χώρος τελετών μιας αίρεσης.
Τούτη εδώ η
παραγωγή των Joel Soisson (ο οποίος
ανέλαβε και το σενάριο και τη σκηνοθεσία) και Aaron Ockman [Hellraiser: Revelations (2011)] μπορεί να διαθέτει μια αλά The Texas Chainsaw Massacre: The Beginning (2006) αισθητική (ειδικά στο επίπεδο της φωτογραφίας
του Alex Lehman),
αλλά δεν παύει να είναι αφόρητα βαρετή, και να αποτελεί το μόνο κεφάλαιο της σειράς
που με έστειλε για ύπνο.
Movie review: Children of the Corn: Runaway (2018)
Η νεαρή εγκυμονούσα
Ruthξεφεύγει από τα χέρια μιας αίρεσης που
σίγουρα δεν ήθελε το καλό της, και πλέον έχει περάσει τα τελευταία χρόνια
κρυμμένη στην ανωνυμία. Όμως τώρα τελευταία, νιώθει πως κάτι την ακολουθεί και
πάλι, είναι άραγε πραγματικότητα;
Σε αυτό, το πιο
πρόσφατο κεφάλαιο του franchise, έχουμε να κάνουμε με ένα σχεδόν
σουρεαλιστικό σενάριο που είναι δύσκολο να το ακολουθήσει κανείς, καθώς ακόμη
και η απλότητα του μοιάζει να είναι περίπλοκη [το έγραψε ο Joel Soisson {Trick or Treat
(1986)}], ενώ και η σκηνοθεσία βρίσκεται στα όρια της ποίησης [στην καρέκλα του
σκηνοθέτη έκατσε ο John Gulager{Piranha 3DD (2012)}].
Διαθέτει επίσης
περισσότερο splatterαπό τα άλλα πρόσφατα sequel,
χωρίς να θυσιάζεται το toneτου franchise. Πρόκειται
για μια παραγωγή του Michael Leahy [γυρίστηκε back-to-backμε
το Hellraiser: Judgment (2018)], ενώ ο Bob Weinsteinδιατέλεσε ρόλο executive producer
(η Dimension Films ήταν
μια από τις εταιρίες παραγωγής).
Movie review: Children of the Corn (2020)
Μια μικρή πόλη της
Νεμπράσκα των Ηνωμένων Πολιτειών της Αμερικής, η οποία παραδοσιακά συντηρούταν
από τις φυτείες καλαμποκιού, βρίσκεται στο οικονομικό μεταίχμιο, όταν η τοπική οικονομία
βρίσκεται αντιμέτωπη με ένα καπιταλιστικής φύσης δίλλημα που θα φέρει απέναντι
τους ενήλικες με τα παιδιά τους.
Μπορεί πράγματι
αυτή η ταινία του σεναριογράφου και σκηνοθέτη Kurt Wimmer [Total Recall
(2012)] να είναι αυτή που σηματοδοτεί την επιστροφή του ταλαιπωρημένου αυτού franchise
στις κινηματογραφικές αίθουσες μετά από 30 ολόκληρα χρόνια και το
εντυπωσιακό trailer να είναι ικανό να ξεγελάσει,
όμως στην πραγματικότητα, δεν διαφέρει και πολύ από τους τόνους straight-to-video
sequel που εξετάσαμε παραπάνω.
Το τελικό
αποτέλεσμα υποφέρει από corny διαλόγους (pun
intended) και μερικά από τα χειρότερα CGI
που έχετε δει ποτέ. Μάλιστα πρόκειται για μια βαθιά συντηρητική
ταινία, που ασκεί έντονη κριτική στον παιδικό ιδεαλισμό, ο οποίος τελικά έπρεπε
να αφουγκραστεί τον πραγματισμό των ενηλίκων. Η εξέγερση δε που πραγματοποιούν
τα παιδιά, είναι για γέλια!
Post a Comment