Header Ads

DVD Review: Hellraiser: Judgement (2018)


Στη νεαρή και πανέμορφη ντεντέκτιβ Chritine Egerton [η Alexandra Harris του The Veil (2017)] ανατίθεται να συνεργαστεί με τους συναδέλφους της Sean Carter [ο Damon Carney του Logan (2017)] και David Carter [ο Randy Wayne του Terror Toons 2 (2007)] στην υπόθεση μιας σειράς φονικών για τα οποία μάλλον ευθύνεται κάποιος serial killer.

Εδώ και πολλά χρόνια το franchise του Hellraiser (1987 – σήμερα) υποφέρει από πολλά sequel (αυτή εδώ είναι η 10η ταινία) τα οποία γυρίζονται μόνο και μόνο για να μην λήξουν τα πνευματικά δικαιώματα, ενώ συχνά άσχετα (υποτίθεται καλά) σενάρια μεταμορφωνόντουσαν σε Hellraiser μόνο και μόνο επειδή εμφανιζόταν ο Pinhead σε δύο-τρεις σκηνές.

Αυτό ήθελε να ανατρέψει ο σεναριογράφος και σκηνοθέτης Gary J. Tunnicliffe (ο οποίος είχε εργαστεί στο παρελθόν σε μερικά από τα προαναφερθέντα sequel), αλλά δυστυχώς το budget (μόλις $350,000 κόστισε η παραγωγή του Michael Leahy, παρότι είχε τον Bob Weinstein σε ρόλο executive producer μέσω της εταιρίας παραγωγής Dimension Films) δεν του το επέτρεψε.

Έχουμε δηλαδή να κάνουμε με απίστευτα φθηνά VFX, έναν χαζά περιορισμένο αριθμό ηθοποιών που κάνουν την ταινία να αναζητά διαρκώς βολικές επιλογές για να δικαιολογήσει αυτή τη «νέκρα» (σίγουρα ένα αστυνομικό τμήμα έχει περισσότερες αίθουσες από το γραφείο των τριών παραπάνω ντετέκτιβ, και σίγουρα σε ένα time-lapse θα έπρεπε να αλλάξουν ρούχα τουλάχιστον μια φορά!), καθώς και τη συμμετοχή μερικών b-movie καλλονών της κακιάς ώρας των οποίων η παρουσία εξυπηρετεί μόνο τον σκοπό της κινηματογράφησης κάποιου κακής αισθητικής γυμνού.

Βέβαια η φθήνια θα μπορούσε να ξεπεραστεί με ένα δυνατό σενάριο, αλλά μην κάνετε τέτοια όνειρα, καθώς οι διάλογοι είναι γελοίοι, ενώ και το theme της αλά θρησκείας τιμωρίας [που εξάντλησαν και άλλα πρόσφατα franchise, όπως αυτό του Saw (2004 – σήμερα)] προκαλεί άθελα του τον γέλωτα.

Οι τίτλοι αρχής είναι κάπως εντυπωσιακοί στο design τους, και το όλο εγχείρημα μοιάζει σαν ένα βιντεοκλίπ (παρόμοιο με αυτά που κάνανε – με μεγαλύτερη επιτυχία – οι Cradle of Filth πριν από 15 χρόνια), και ίσως αν γινόταν από έναν σκηνοθέτη στη μέση του πουθενά για $10,000 να μιλούσαμε για ένα ανερχόμενο ταλέντο, αλλά όταν γίνεται από επαγγελματίες με σκοπό πολύ συγκεκριμένο release date και market, τότε επικρατεί η απογοήτευση.

Η ταινία διαθέτει τόνους βασανιστηρίων, αλλά το μεγαλύτερο βασανιστήριο το περνά ο θεατής που θα κάτσει να τη δει ως το τέλος. 
Χωρίς καμία υπερβολή, το τελικό αποτέλεσμα είναι τόσο κακό που έμεινε στο ράφι για αρκετούς μήνες, ως που η Lionsgate Films το ξεπέταξε απευθείας στο V.O.D. και το Blu-ray.

Χρήστος Μουρούκης.