Jeepers Creepers 3 (2017) review
Κάθε 23 χρόνια, ένας δαίμονας ξυπνάει και σπέρνει τον πανικό για 23 μέρες.
Το όνομά του είναι Creeper (Jonathan Breck, Spy Kids 4: All The Time In The World).
Ο Λοχαγός Davis Tubbs (Brandon Smith, Bernie) έχει οργανώσει μια ομάδα επίλεκτων προκειμένου να σκοτώσουν το τέρας μια κι έξω, καθώς αυτό τρομοκρατεί μια τοπική κοινότητα που είχε επισκεφτεί στο παρελθόν.
Η Gaylen Brandon (Meg Foster, 31), μια χαροκαμένη μάνα που πριν 23 χρόνια είχε χάσει τον γιο της όταν είχε έρθει σε σύγκρουση με τον Creeper, ξεθάβει το διαμελισμένο χέρι του τέρατος, το οποίο είχε παραμείνει θαμμένο έξω από το σπίτι της και είναι ακόμη ζωντανό.
Σαν να μην έφταναν αυτά, η εγγονή της η Addison (Gabrielle Haugh) διατρέχει έντονο κίνδυνο καθώς συναντά τον Creeper… στο φορτηγάκι του.
Η ταινία τοποθετείται μεταξύ του Jeepers Creepers (2001) και Jeepers Creepers 2 (2003), γεγονός που πιστοποιεί ότι κατά τη διάρκεια των 23 ημερών που διήρκεσε η εν λόγω μεταφυσική απειλή, διαδραματίστηκαν τα γεγονότα μιας ολόκληρης τριλογίας.
Οι δύο πρώτες ταινίες θεωρούνται από πολλούς κλασικές, καθώς ήταν οι πρώτες που απεγκλώβισαν τον κινηματογραφικό τρόμο από τα λιμνάζοντα ύδατα των scream-clones, όπου είχε πέσει στα 90's, επαναφέροντας το συναίσθημα των 80's και σημειώνοντας μια πολύ μεγάλη εμπορική επιτυχία.
Μπορεί να πει κάποιος ότι έδωσαν το στίγμα του τρόμου της περασμένης δεκαετίας.
Και ενώ όλα έδειχναν ότι το franchise του creeper απέκτησε φανατικό κοινό, ένα σκάνδαλο ξέσπασε αμέσως μετά, όταν αποκαλύφθηκε ότι ο σεναριογράφος και σκηνοθέτης Victor Salva υπήρξε στο παρελθόν … σεσημασμένος παιδόφιλος.
Αμέσως σήμανε συναγερμός στις κοινότητες των σινεφίλ, οι οποίοι είχαν πλέον να διαχειριστούν ένα δύσκολο δίλημμα.
Από τη μια υπήρχαν δύο επιτυχημένες ταινίες και από την άλλη, το γεγονός ότι ο δημιουργός τους είχε καταδικαστεί για παιδεραστία.
Έπειτα απ’ όλα αυτά βρίσκω λογικό ότι η παρούσα συνέχεια της σειράς είχε υποστεί μποϊκοτάζ από μια μεγάλη μερίδα του κοινού από τους κριτικούς, αν και μέσα στην όλη σκανδαλολογία είχαν ειπωθεί και πολλές ανακρίβειες.
Για παράδειγμα υπήρξε η αίσθηση ότι ο Salva διέπραξε το έγκλημα μετά τα δύο πρώτα Jeepers Creepers, ενώ στην πραγματικότητα είχε καταδικαστεί γι’ αυτό στη δεκαετία του '80 και έχει ήδη εκτίσει την ποινή του.
Κι από την άλλη, υπήρχαν πολλοί horrοράδες, που διψούσαν για μία ακόμη συνέχεια, αλλά δεν τολμούσαν να το πουν ανοιχτά.
Στενάχωρα πράγματα.
Προσωπικά αναγνωρίζω την πρωτοτυπία του όλου concept και θεωρώ ότι ο Creeper διαθέτει όλα τα προσόντα για να ενταχτεί στο πάνθεον των κινηματογραφικών τεράτων, αν και μου είχε κακοφανεί κάπως στο πρώτο μέρος το γεγονός ότι ενώ αρχικά μας συστήθηκε ως μια σκιώδη μορφή που φορούσε καμπαρντίνα και οδηγούσε ένα όχημα, στο τέλος είχε μεταμορφωθεί σε… τέρας με φτερά.
Επιπλέον ήταν κτηνώδης και δεν μιλούσε σε καμία από τις δύο ταινίες.
Κτηνώδης τέρας με φτερά που δεν μιλάει, αλλά οδηγεί αυτοκίνητο.
Μάλιστα.
Να λοιπόν που έρχεται το τρίτο μέρος και μας δικαιολογεί πλήρως το γιατί συμβαίνει αυτό.
Το τέρας είναι ευφυέστατο και παμπόνηρο και διαθέτει ένα δικό του φορτηγό το οποίο είναι κυριολεκτικά… άτρωτο από σφαίρες, ακόμη κι από εκρηκτικά.
Σε αντίθεση με την καθιερωμένη του εμφάνιση, εδώ προτιμά να εμφανίζεται φορώντας την καμπαρντίνα με την οποία μας είχε συστηθεί, αν και συχνά-πυκνά φυτρώνουν στην πλάτη του τα φτερά της νυχτερίδας που αποτελούν σήμα κατατεθέν του.
Επομένως ξεχώρισα αυτή τη συνέχεια από τις προηγούμενες, ακριβώς γιατί μου έδωσε να καταλάβω καλύτερα το γιατί ένα τέτοιο τέρας μπορεί και οδηγεί.
Εντωμεταξύ «παραδοσιακό» στοιχείο της όλης μυθολογίας είναι η εμφάνιση των θυμάτων του ως φαντάσματα.
Είχαμε δει θυμάμαι κάτι παρόμοιο στην αρχή του πρώτου sequel.
Τώρα θα πω μια μεγάλη κουβέντα που δεν νομίζω ότι θα την ακούσετε από άλλους: Βρήκα το Jeepers Creepers 3, καλύτερο από τα δύο προηγούμενα.
Και αυτό συνέβη παρά το γεγονός ότι το δηλωθέν μπάτζετ υπολείπεται αυτών κατά πολύ και… δεν φαίνεται πουθενά αυτό.
Η παραγωγή μοιάζει το ίδιο καλή με εκείνα, εκτός αν το CGI αντικατέστησε επιτυχώς τα πρακτικά εφέ, ή αν έχει γίνει τόσο άψογη δουλειά από την πλευρά του Salva που μας ξεγελάει.
Η δράση θα ικανοποιήσει πολλούς horroράδες, αν και το τέλος δεν «κλείνει» όσο πρέπει την υπόθεση.
Μην ξεχνάτε όμως ότι τα γεγονότα διαδραματίζονται μεταξύ των δύο προηγούμενων ταινιών και ότι όλη η τριλογία καλύπτει χρονικά μόλις 23 μέρες.
Ειδική αναφορά αξίζει στην ερμηνεία της Meg Foster η οποία υποδύεται την υστερική χαροκαμένη γριά που της έχει σχεδόν στρίψει από την πολύ οδύνη.
Τέλος, οφείλω να μεταφέρω τον προβληματισμό που ακούγεται από τους πολέμιους τους Salva –διατηρώντας ίσες αποστάσεις από τις δύο πλευρές- που λέει ότι «παρά το ταλέντο που όντως διαθέτει, είναι σωστό να γίνονται ταινίες από ανθρώπους με τέτοιο παρελθόν;»
Προσωπικά δεν μπορώ και δεν θέλω να προβληματιστώ σχετικά με αυτό το ερώτημα.
Γι’ αυτό και διατηρώ «ίσες αποστάσεις».
Βασίλης Γιαννάκης.
Release Dates:
26 September 2017 (USA)
Post a Comment