Missing in Action franchise: Κι αν ο Chuck Norris συναντούσε τον Ράμπο εκεί στη ζούγκλα;
Βρισκόμαστε στα μέσα της δεκαετίας του ’80 στις συντηρητικές τότε Η.Π.Α. και κάποιος πρέπει να αναπτερώσει το ηθικό των Αμερικάνων έπειτα από την ήττα στο Βιετνάμ.
Και δεν υπάρχει καλύτερος για αυτό από τον Chuck Norris!
Missing in Action (1984)
Ο Αμερικάνος συνταγματάρχης James Braddock [ο Chuck Norris] απέδρασε από την κόλαση του Βιετνάμ πριν από δέκα χρόνια.
Τώρα, παρέα με τον παλιόφιλο του Jack Tucker [ο M. Emmet Walsh του Blade Runner (1982)], ο οποίος έχει μια εμμονή με τις ασιάτισσες εκδιδόμενες γυναίκες, ξεκινάν μια νέα αποστολή: να βρούνε και να σώσουν τυχών αμερικάνους κρατούμενους στο Βιετνάμ.
Θα τα καταφέρουν;
Τα πάντα εδώ θυμίζουν Rambo: First Blood Part II (1985), και αυτό δεν θα πρέπει να προκαλεί καμία έκπληξη, καθώς το σενάριο του James Bruner [Invasion U.S.A. (1985)] γεννήθηκε από τις στάχτες ενός treatment που έγραψε ο James Cameron για εκείνη την ταινία (βλέπε το αφιέρωμα στον John Rambo).
Κατά τα άλλα, η δράση πάει σύννεφο, και ο Norris είναι εδώ πιο μάγκας από ποτέ (φαινομενικά, όλες οι σκηνές λειτουργούν ως ένα μέσω για να μας δείξουν πόσο άγριος είναι), αλλά αυτό που πραγματικά κλέβει την παράσταση είναι το soundtrack του Jay Chattaway [Maniac (1980)], που θυμίζει ταινία τρόμου.
Αυτή η παραγωγή της The Cannon Group (βλέπε Yoram Globus και Menahem Golan) κόστισε 1.5 εκατομμύρια δολάρια και απέφερε περισσότερα από 22.
Η σκηνοθεσία του Joseph Zito [The Prowler (1981)] για άλλη μια φορά δεν περνά απαρατήρητη.
Missing in Action 2: The Beginning (1985)
Αυτό εδώ το prequel βρίσκει στο Βιετνάμ τον συνταγματάρχη James Braddock [ο Chuck Norris] αιχμάλωτο του συνταγματάρχη Yin [ο Soon-Teck Oh του The Man with the Golden Gun (1974)] ο οποίος προσπαθεί να τον πείσει να υπογράψει ενοχοποιητική δήλωση σχετικά με εγκλήματα πολέμου.
Φυσικά θα υποστεί διάφορα βασανιστήρια, ένα εκ των οποίων που αφορά έναν αρουραίο πρέπει να το δείτε για το πιστέψετε.
Όταν ο James βλέπει τον Yin να σκοτώνει άλλους Αμερικάνους στρατιώτες (συγκρατούμενους του) τότε θα αποδράσει, με την υπόσχεση να επιστρέψει με ενισχύσεις για να μοιράσουν αμέτρητα μπουνίδια.
Αυτή η παραγωγή της The Cannon Group κόστισε 2.4 εκατομμύρια δολάρια και απέφερε περισσότερα από 10.
Το σενάριο είναι των Steve Bing [παραγωγός του Girl Walks Into a Bar (2011)], Larry Levinson (γνωστότερος ως executive producer αμέτρητων τηλεταινιών), και Arthur Silver (γνωστότερος ως executive producer πολλών τηλεοπτικών σειρών), ενώ τη σκηνοθεσία ανέλαβε ο Lance Hool [executive producer του Missing in Action (1984)].
Γυρίστηκε παράλληλα με το πρώτο φιλμ, και μάλιστα θα κυκλοφορούσε αυτό πρώτο, αλλά η ταινία του Joseph Zito θεωρήθηκε καλύτερη και έτσι έγινε η τράμπα.
Braddock: Missing in Action III (1988)
Ο ιερέας Polanski [ο Yehuda Efroni του The Delta Force (1986)] ενημερώνει τον James Braddock (ο Chuck Norris ντε) πως το αποτεφρωμένο πτώμα που είδε και αναγνώρισε δεν ήταν η γυναίκα του, και πως η γυναίκα του Lin Tan Cang [η Miki Kim του The Last Hunter (1980)] στην πραγματικότητα είναι ζωντανή, ενώ έχουν και έναν γιο, τον Van Tan Cang [ο Roland Harrah III του Shadow of China (1989)] και αμφότεροι βρίσκονται στο Βιετνάμ, όπου ο πρωταγωνιστής δεν θα αργήσει να μεταβεί προκειμένου να συναντήσει την οικογένεια του.
Το πρόβλημα είναι πως ενώ η οικογένεια ετοιμάζεται να την κάνει με ελαφρά βήματα, συλλαμβάνεται από τον κακό βιετναμέζο στρατηγό Quoc (ο Aki Aleong γνωστότερος για τις τηλεοπτικές του εμφανίσεις).
Ένας μικρός χαμός ακολουθεί και ο κακός της υπόθεσης βρίσκεται με ένα τσούρμο παιδιά στα χέρια του που κρατά σε ομηρία.
Θα καταφέρει ο καλός ρεπουμπλικάνος να σώσει τα παιδιά και το σόι του, και πόσα βιετναμέζικα οπίσθια θα πρέπει να κλωτσήσει;
Τούτο εδώ το φιλμ επρόκειτο να σκηνοθετηθεί από τον Joseph Zito, αλλά δεν τα βρήκε με τον Chuck Norris και έτσι στην καρέκλα του σκηνοθέτη κάθισε ο αδερφός του τελευταίου, Aaron Norris [ο οποίος έκτοτε σκηνοθέτησε το Delta Force 2: The Colombian Connection (1990)], και καθότι αυτό εδώ είναι το ντεμπούτο του τα αποτελέσματα δεν είναι ιδιαίτερα εντυπωσιακά, καθώς ειδικά το πρώτο μισό είναι ένα φεστιβάλ βαρεμάρας (παρά τα περιστασιακά quotations που γίνονται άθελα τους κωμικά), παρότι για αυτό μεγάλο μερίδιο ευθύνης έχει το ανύπαρκτο σενάριο, το οποίο μάλιστα αν το πάρετε στα σοβαρά είναι γεμάτο ατοπήματα σε σχέση με τη χρονολογία των δύο πρώτων ταινιών (η ταινία ανεβάζει ρυθμούς στο δεύτερο μισό, αλλά είναι μάλλον αργά).
Η The Cannon Group (δηλαδή οι παραγωγοί Yoram Globus και Menahem Golan) πόνταραν πολλά σε αυτή την ταινία, αλλά απεδείχθη εισπρακτική αποτυχία και έβαλε ταφόπλακα στην εταιρία.
Χρήστος Μουρούκης.
Post a Comment