Header Ads

The Eyes of my Mother review

Ένα ασπρόμαυρο έργο που φέρει εξ ολοκλήρου την υπογραφή του Nicolas Pesce και που οι φίλοι του art-house horror το οποίο καθιερώνεται όλο και περισσότερο τα τελευταία χρόνια, θα μπορούσαν να το θεωρήσουν ως ένα δυναμικό ξεκίνημα του δημιουργού.

Δεν πρέπει να αγνοήσουμε ωστόσο ότι υπάρχει μια μεγάλη μερίδα των horror-άδων που δεν βλέπει με καλό μάτι την εισβολή της art-house αισθητικής που γίνεται τα τελευταία χρόνια στο είδος (με δείγματα όπως το The Neon Demon του Refn και το Shelley του Abbasi).

Προσωπικά προτιμώ χίλιες φορές αυτού του τύπου τις ταινίες από τα σεναριακά ξεπατικώματα του Wrong Turn που μεσουρανούσαν παλαιότερα, αν και ομολογώ ότι πολλές φορές με κουράζουν κι εμένα.

Στο The Eyes of my Mother, παρακολουθούμε την ιστορία της Francisca (που σε νεαρή ηλικία την ενσαρκώνει η Olivia Bond και σε μεγαλύτερη η Kika Magalhaes).
Τα πρώτα λεπτά της ταινίας είναι τα μόνα που προσεγγίζουν τη συμβατική αφήγηση όσον αφορά τον ρυθμό τους, όπου βλέπουμε την Francisca σε όμορφες στιγμές με τη μητέρα της (Diana Agostini), η οποία είναι οφθαλμίατρος.

Διαπιστώνουμε σχετικά νωρίς ότι κάτι δεν πάει καλά με τον τρόπο σκέψης της μικρής πρωταγωνίστριας.
Λίγο αργότερα μια τραγωδία χτυπάει την οικογένεια: Η μητέρα της πέφτει θύμα ενός στυγνού δολοφόνου.

Όσο περισσότερο αδειάζει η ζωή της πρωταγωνίστριας, τόσο πιο αργόσυρτα γίνονται τα πλάνα προκειμένου να υπογραμμίσουν την μοναξιά της (και άλλο τόσο κουραστική γίνεται η ταινία για τη μερίδα του κοινού που επισημάναμε προηγουμένως).

Επί της ουσίας παρακολουθούμε την εσωτερική σύγκρουση μιας νεαρής γυναίκας τόσο με την ψυχοπαθολογία της, όσο και με τη μοναξιά που βιώνει σε καθημερινή βάση, η οποία χειροτερεύει όλο και περισσότερο την κατάστασή της.
Όλα αυτά, επειδή το σπίτι που διαμένει είναι απόμερο και έρημο, χωρίς να γίνεται κάποια διευκρίνιση ως προς το γιατί συμβαίνει αυτό.

Σημασία έχει ότι η Francisca μετατρέπεται σε serial killer και προβαίνει σε ένα σωρό από αποτρόπαιες πράξεις.
Κάπου εδώ είναι που η ταινία κερδίζει πολλούς πόντους εντασσόμενη στο ευρύτερο πλαίσιο των αποκρουστικών ταινιών και του exploitation, έστω και αν εμφανίζεται λιγότερο ενοχλητική από τον μέσο όρο της κατηγορίας αυτής.


Υπάρχουν πλάνα που απαιτούν γερό στομάχι και άφθονος σαδισμός, στοιχεία που προσδίδουν μια ιδιαίτερη ταυτότητα στο αποτέλεσμα και σώζουν την κατάσταση από τους απελπιστικά αργούς ρυθμούς.
Η όραση είναι καταλυτικός παράγοντας της αφήγησης, καθώς πολλά από τα γεγονότα δεν τα βλέπουμε, με αποτέλεσμα να κάνουμε απλώς εικασίες.

Ακόμη και στην τελευταία σκηνή ο Pesce αποφασίζει να τελειώσει την ταινία του πάνω στη στιγμή της κορύφωσης γιατί …έτσι. 
Γιατί θέλει να δείξει αντισυμβατικός ίσως.
Το αποτέλεσμα είναι το τέλος να εμφανίζεται αποκλιματικό και να βγάζει τον θεατή απότομα από την ατμόσφαιρα.

Ως σύνολο, η πρώτη απόπειρα του Pesce προσπαθεί να βαδίσει στα χνάρια του Goodnight Mommy και των συναφών δειγμάτων του art house horror, αλλά δεν τα καταφέρνει να σταθεί στο ύψος τους.
Έχει ωστόσο ενδιαφέρον για το κοινό του exploitation και σώζεται σε κάποιο βαθμό από τη μικρή του διάρκεια (75 λεπτά).

Βασίλης Γιαννάκης.


Release Dates:
22 January 2016 (Sundance)
18 July 2016 (Fantasia)
2 December 2016 (USA)