Recovery review
Ο όρος recovery σημαίνει «επανεύρεση» και στην προκειμένη περίπτωση αναφέρεται στην εφαρμογή επανεύρεσης χαμένων κινητών που διαθέτουν τα σύγχρονα smart-phones.
Η Jessie (Kirby Bliss Blanton, The Green Inferno) χρησιμοποιεί στο κινητό του αδελφού της αυτή την εφαρμογή, προκειμένου να εντοπίσει το κινητό της, το οποίο κατέληξε στην κατοχή της Kim (Rachel DiPillo).
H Kim και η Jessie γνωρίζονται μόλις μερικές ώρες, ωστόσο κατέληξαν να γίνουν φίλες και να επισκεφτούν το τοπικό κλαμπ μαζί με τον αδερφό της Jessie, τον Edward (James Landry Hébert, Gangster Squad) και τον φίλο της τον Logan (Samuel Larsen).
Η Kim όμως έφυγε πιο νωρίς από το κλαμπ έχοντας μαζί της το κινητό της Jessie και τότε είναι που οι άλλοι τρεις αποφασίζουν να ακολουθήσουν τα ίχνη της χαμένης συσκευής προκειμένου να την ανακτήσουν.
Δεν θα πω πολλά περισσότερα για την υπόθεση, εφόσον το πρώτο μισό της ταινίας διαπραγματεύεται την γνωριμία των τεσσάρων φίλων και αρνείται πεισματικά να μπει στα λημέρια του τρόμου.
Η γνώμη μου είναι ότι πολύ καλά κάνει, εφόσον πέρα από το γεγονός ότι με αυτό τον τρόπο χτίζει ατμόσφαιρα, το δεύτερο μισό είναι ένα «αντίστροφο» home invasion, με τους καλούς να μπαίνουν στο σπίτι των κακών (όπως στο Don‘t Breathe), και επομένως αν αφιερωνόταν όλη η ταινία σε αυτό, θα καταντούσε βαρετή και παρατεταμένη.
Διότι είναι γεγονός ότι όταν ταινίες αυτού του τύπου μπαίνουν κατευθείαν στο ψητό, μετά από λίγο καταντούν κουραστικές, ενώ στην περίπτωση του Recovery, όλο το σασπένς και οι τρομάρες συμπυκνώνονται στα τελευταία 40 λεπτά, (άντε και στον πρόλογο).
Η αλήθεια είναι ότι όλοι οι χαρακτήρες πλην της πρωταγωνίστριας λειτουργούν κάπως αφύσικα και αυτό είναι μια λάθος επιλογή, διότι με αυτό τον τρόπο παίζεται το χαρτί που λέει «δεν ξέρεις ποιον να εμπιστευτείς» σε μια ταινία που ούτε ασχολείται με κάτι τέτοιο, αλλά ούτε και το έχει ανάγκη.
Από την άλλη όμως, δεν μπορούμε να παραβλέψουμε την πολύ επιτυχημένη σάτιρα στις νέες τεχνολογίες και στη νεολαία που είναι εξοικειωμένη μαζί τους.
Καλά, για τους «κακούς» δεν το συζητώ, τα κίνητρά τους παραμένουν σε μεγάλο βαθμό άγνωστα και αυτό λειτουργεί σαν ένα στοιχείο καλτ-μαύρου-χιούμορ που βοηθά στο να μην πάρει ο θεατής σοβαρά τα όσα διαδραματίζονται.
Το βασικό εύρημα ωστόσο της ταινίας που είναι η εφαρμογή επανάκτισης του κινητού, αξιοποιείται στο έπακρο και κάνει το έργο να ξεχωρίσει από τον σωρό.
Είναι ό,τι πρέπει για ένα ευχάριστο Halloween, αλλά μέχρι εκεί.
Διασκεδάζει, ψυχαγωγεί, προσφέρει αιματηρές σκηνές, αλλά ξεχνιέται με την πάροδο μερικών ημερών.
Βασίλης Γιαννάκης.
Release Dates:
28 October 2016 (USA)
Η Jessie (Kirby Bliss Blanton, The Green Inferno) χρησιμοποιεί στο κινητό του αδελφού της αυτή την εφαρμογή, προκειμένου να εντοπίσει το κινητό της, το οποίο κατέληξε στην κατοχή της Kim (Rachel DiPillo).
H Kim και η Jessie γνωρίζονται μόλις μερικές ώρες, ωστόσο κατέληξαν να γίνουν φίλες και να επισκεφτούν το τοπικό κλαμπ μαζί με τον αδερφό της Jessie, τον Edward (James Landry Hébert, Gangster Squad) και τον φίλο της τον Logan (Samuel Larsen).
Η Kim όμως έφυγε πιο νωρίς από το κλαμπ έχοντας μαζί της το κινητό της Jessie και τότε είναι που οι άλλοι τρεις αποφασίζουν να ακολουθήσουν τα ίχνη της χαμένης συσκευής προκειμένου να την ανακτήσουν.
Δεν θα πω πολλά περισσότερα για την υπόθεση, εφόσον το πρώτο μισό της ταινίας διαπραγματεύεται την γνωριμία των τεσσάρων φίλων και αρνείται πεισματικά να μπει στα λημέρια του τρόμου.
Η γνώμη μου είναι ότι πολύ καλά κάνει, εφόσον πέρα από το γεγονός ότι με αυτό τον τρόπο χτίζει ατμόσφαιρα, το δεύτερο μισό είναι ένα «αντίστροφο» home invasion, με τους καλούς να μπαίνουν στο σπίτι των κακών (όπως στο Don‘t Breathe), και επομένως αν αφιερωνόταν όλη η ταινία σε αυτό, θα καταντούσε βαρετή και παρατεταμένη.
Διότι είναι γεγονός ότι όταν ταινίες αυτού του τύπου μπαίνουν κατευθείαν στο ψητό, μετά από λίγο καταντούν κουραστικές, ενώ στην περίπτωση του Recovery, όλο το σασπένς και οι τρομάρες συμπυκνώνονται στα τελευταία 40 λεπτά, (άντε και στον πρόλογο).
Η αλήθεια είναι ότι όλοι οι χαρακτήρες πλην της πρωταγωνίστριας λειτουργούν κάπως αφύσικα και αυτό είναι μια λάθος επιλογή, διότι με αυτό τον τρόπο παίζεται το χαρτί που λέει «δεν ξέρεις ποιον να εμπιστευτείς» σε μια ταινία που ούτε ασχολείται με κάτι τέτοιο, αλλά ούτε και το έχει ανάγκη.
Από την άλλη όμως, δεν μπορούμε να παραβλέψουμε την πολύ επιτυχημένη σάτιρα στις νέες τεχνολογίες και στη νεολαία που είναι εξοικειωμένη μαζί τους.
Καλά, για τους «κακούς» δεν το συζητώ, τα κίνητρά τους παραμένουν σε μεγάλο βαθμό άγνωστα και αυτό λειτουργεί σαν ένα στοιχείο καλτ-μαύρου-χιούμορ που βοηθά στο να μην πάρει ο θεατής σοβαρά τα όσα διαδραματίζονται.
Το βασικό εύρημα ωστόσο της ταινίας που είναι η εφαρμογή επανάκτισης του κινητού, αξιοποιείται στο έπακρο και κάνει το έργο να ξεχωρίσει από τον σωρό.
Είναι ό,τι πρέπει για ένα ευχάριστο Halloween, αλλά μέχρι εκεί.
Διασκεδάζει, ψυχαγωγεί, προσφέρει αιματηρές σκηνές, αλλά ξεχνιέται με την πάροδο μερικών ημερών.
Βασίλης Γιαννάκης.
Release Dates:
28 October 2016 (USA)
Post a Comment