Header Ads

The Neon Demon review

Για πολλούς ο Nicolas Winding Refn δεν χρειάζεται συστάσεις.
Έχοντας καταφέρει ως τώρα να διεκδικήσει τον χρυσό φοίνικα με τα έργα Drive (2011) και Only God Forgives (2013), μπόρεσε να πρωταγωνιστήσει ως υποψήφιος στο φεστιβάλ των Καννών, για τρίτη συνεχή φορά, με αυτό το ψυχολογικό θρίλερ.

Μόνο που αυτή τη φορά η ταινία του αν και φλερτάρει αρκετά με τον ψυχολογικό και τον σωματικό τρόμο και επομένως έχει ενδιαφέρον για εμάς τους horror-άδες, είναι παράλληλα και η πιο «εσωστρεφής», δυσνόητη ίσως για κάποιους και χρειάζεται πολύ αποκωδικοποίηση προκειμένου να γίνει αρεστή από το σύνολο του κοινού.

Η Elle Fanning (Trumbo) υποδύεται την Jesse, μία όμορφη και αθώα κοπέλα, που όπως τόσες και τόσες άλλες – και μην έχοντας κάποιο άλλο ταλέντο εκτός από την ομορφιά της όπως η ίδια παραδέχεται - επισκέπτεται το Los Angeles προκειμένου να μυηθεί στον κόσμο του modelling. 

Από την αρχή κιόλας, δένεται φιλικά με την μακιγιέρ Ruby (Jena Malone, Batman vs. Superman: Dawn of Justice) και γνωρίζει άλλα δύο μοντέλα, την Sarah (Abbey Lee, Mad Max: Fury Road) και την Gigi (Bella Heathcote, Pride and Prejudice and Zombies), οι οποίες δεν κρύβουν τη ζήλια τους προς το πρόσωπό της, αλλά παράλληλα θέλουν να την έχουν από κοντά.

Διότι ο φθόνος για τη φυσική ομορφιά  της Jesse και συγκεκριμένα για την αθωότητα, θεωρείται ως κάτι το δεδομένο και το τελεσίδικο στον χώρο της μόδας.
Όλες οι πόρτες ανοίγουν διάπλατα για τη Jesse, αφήνοντας πίσω της πολλές οργισμένες αντίζηλους.

Μέσα σε ένα περιβάλλον όπου κυριαρχεί το ψεύτικο κάλλος και οι πλαστικές εγχειρίσεις, η αθώα εμφάνιση της Jesse που συνοδεύεται από μία αγνή ψυχή, γίνεται λεία και βορά των αρπακτικών που θέλουν να της αποσπάσουν βίαια τις αρετές της, έτσι ώστε να πάρουν έστω και κάποια ψήγματα από τη λάμψη της. 

«Άλλη μια ταινία για τη σκοτεινή πλευρά του μόντελινγκ», θα πουν κάποιοι. 
Και έχουν δίκιο, ωστόσο ο κυνισμός του σεναρίου που συνέγραψε ο Refn, αντισταθμίζεται με την αίγλη και την μαεστρία που επιστρατεύει στον τρόπο που σκηνοθετεί.

Αυτό είναι λογικό αν σκεφτεί κανείς ότι η ομορφιά αποκαλύπτεται και υποστηρίζεται από την τέχνη της φωτογραφίας, γι’ αυτό και η τέχνη αυτή υπεισέρχεται στο Neon Demon, τόσο ως βασικό στήριγμα του συνόλου των πλάνων του, όσο και ως βασική παράμετρος της πλοκής.

Το «ψεύτικο» και το «αληθινό» αναδεικνύονται τόσο μέσα από τον φακό των φωτογράφων που αποτελούν χαρακτήρες της ταινίας, όσο και μέσα από το καδράρισμα της κινηματογράφησης.


Όπως ανέφερα όμως προηγουμένως, το The Neon Demon είναι ένα πόνημα που θα αρέσει σε πολύ συγκεκριμένο κοινό.
Συγκεκριμένα, θα αρέσει σε όσους θεωρούν ότι τα άψογα και πανέμορφα πλάνα είναι από μόνα τους αρκετά προκειμένου να αντισταθμίσουν την αργόσυρτη πλοκή και τις παρατεταμένες παύσεις στους διαλόγους.

Πολλοί είναι αυτοί που κατά καιρούς λένε για διάφορα έργα ότι «αν το δεις ως μια έκθεση φωτογραφίας θα σου αρέσει, γιατί από υπόθεση δεν λέει και πολλά».
Η αλήθεια είναι ότι το The Neon Demon έχει μια καλή υπόθεση να επιδείξει, απλώς οι δύο ώρες που διαρκεί είναι πολύς χρόνος προκειμένου να θεωρηθεί ενδιαφέρον σε όλο του το μήκος.

Όσο για το στοιχείο του τρόμου και του ψυχολογικού θρίλερ, αυτά περιορίζονται στο τέλος και μέχρι τότε απλώς «χτίζονται» από άποψη ατμόσφαιρας, αργά, σταθερά και ύπουλα, εντείνοντας στο έπακρο την ωμότητα και την αλληγορία που αυτή εκφράζει όταν εκδηλώνονται.

Δείτε το σαν μια αντισυμβατικά ειπωμένη κοινωνική ιστορία και αν είστε επιπλέον φαν των θρίλερ, θα εκτιμήσετε αρκετά την κορύφωσή του στο τέλος.

Προσωπικά, η νέα ταινία του Nicolas Winding Refn μπορεί να μην μου είπε πολλά, αλλά μου «έδειξε» πολλά και αυτό πολλές φορές είναι σπουδαιότερο για να κερδηθεί η εκτίμησή μου.

Βασίλης Γιαννάκης.


Release Dates:
20 May 2016 (Cannes)
24 June 2016 (USA)
6 October 2016 (Greece)