Visions review
Στον Kevin Greutert οφείλουμε πολλά, όπως το γεγονός πως το franchise των ταινιών Saw διατήρησε έναν κάποιο ειρμό μέχρι το τέλος του.
Αυτό δεν είναι καθόλου αυτονόητο αν κρίνει κάποιος από παλαιότερα franchise όπως το Friday the 13th και το Halloween, που ήταν τίγκα στα retconning και στις ατυχείς επιλογές.
Με το Visions, ο σκηνοθέτης επιχείρησε να δώσει μια πιο προσωπική δουλειά.
Η ταινία αφορά μια γυναίκα, την Eveleigh (Isla Fisher, Now You See Me), που κάποια στιγμή στη ζωή της προκάλεσε ένα αυτοκινητιστικό δυστύχημα στο οποίο πέθανε ένα βρέφος.
Λογικό είναι να τη βαραίνουν οι τύψεις από εκεί και πέρα, αλλά ευτυχώς γι’ αυτήν, ο σύζυγός της ο David (Anson Mount, Safe) τη συμπαραστάθηκε αμέριστα όπως όφειλε.
Λίγο καιρό αργότερα, η Eveleigh είναι έγκυος και εγκαθίσταται μαζί με τον David σε έναν αμπελώνα στην εξοχή, προκειμένου να κάνουν μία νέα αρχή.
Εκεί στοιχειώνεται από τρομαχτικά οράματα, που η ίδια αποδίδει σε ένα ενδεχόμενο σκοτεινό παρελθόν του σπιτιού τους, ενώ όλοι οι υπόλοιποι θεωρούν ότι πρόκειται για μια ορμονική διαταραχή που οφείλεται στην εγκυμοσύνη της.
Το βασικό πρόβλημα που έχουμε να αντιμετωπίσουμε ως θεατές, είναι ότι τα εν λόγω «οράματα» εμφανίζονται ως «θεάσεις φαντασμάτων» και jumpscares όπως σε όλα τα μεταφυσικά θρίλερ που μέχρι πρότινος κυκλοφορούσαν με το κιλό.
Τα υψηλά στάνταρ της παραγωγής, η δεξιοτεχνία στην κινηματογράφηση και οι υπερβολικά «χολιγουντιανές» ερμηνείες θα πείσουν πολλούς ότι παρακολουθούν μία «καλή» ταινία τρόμου (διότι έτσι είναι οι ταινίες τρόμου που θεωρούνται «καλές»), έστω και αν επί της ουσίας δεν διαφέρει σε τίποτε από τα βερνικωμένα βρετανικά μεταφυσικά θρίλερ που είναι μόνο εμφάνιση, αλλά τους λείπει η ουσία.
Να σημειώσουμε ότι η ταινία είναι αμερικάνικη, αλλά φαίνεται πως ο Greutert έχει εμφανώς επηρεαστεί από τα βρετανικά θρίλερ.
Απευθύνεται λοιπόν σε όσους εκτιμούν τα άψογα τεχνικά μέρη σε βαθμό που να αγνοούν το γεγονός ότι το σενάριο βαδίζει σε τετριμμένα μονοπάτια.
Προσωπικά το Visions με κούρασε στη θέασή του και θεωρώ ότι όλα όσα μου παρουσίασε τα έχω δει αλλού και μάλιστα πολύ καλύτερα εκτελεσμένα.
Ακόμη και η ανατροπή του τέλους δεν με εξέπληξε – και ας μην την περίμενα - διότι είναι μια ιδέα που στο παρελθόν έχουμε δει σε πολλές ταινίες.
Στο μυαλό μου έρχεται το White Noise του Geoffrey Sax.
Κάποιος θα πει «ναι αλλά εκεί δεν αξιοποιήθηκε η συγκεκριμένη ιδέα με τον ίδιο ακριβώς τρόπο».
Εγώ απαντώ ότι όποιος έχει δει την συγκεκριμένη ιδέα με τις τόσες και τόσες παραλλαγές που έχει εμφανιστεί κατά καιρούς, δεν πρόκειται να συγκινηθεί με τίποτα όταν δει την ανατροπή στο Visions.
Γι’ αυτό και πιστεύω ότι το Visions απευθύνεται κυρίως σε όσους έχουν «χάσει επεισόδια» στον κινηματογραφικό τρόμο, δεν είναι συστηματικοί θεατές του είδους και εστιάζουν υπερβολικά στα τεχνικά μέρη.
Αν βάλεις έναν τέτοιο θεατή να παρακολουθήσει μια ταινία που έχει πραγματικά κάτι καινούργιο να πει αλλά που δεν έχει τόσο υψηλά στάνταρ παραγωγής, θα σου πει ότι πρόκειται για μια κακή ταινία.
Να γιατί οι ταινίες σαν το Visions εισπράττουν συνήθως τα εύσημα από το ευρύ κοινό παρά το γεγονός ότι δεν ρισκάρουν και βασίζονται σε δοκιμασμένες συνταγές.
Εγώ από την άλλη, δεν μπορώ να παραβλέψω ότι η σκηνή που οι «κακοί» της υπόθεσης δένουν την Eveleigh στο κρεβάτι προς το τέλος – δεν λέω περισσότερα για να μην μαρτυρήσω τις αποκαλύψεις - μου έδωσε την αίσθηση παρωδίας εξαιτίας ακριβώς του μη ρεαλιστικού παιξίματος των ηθοποιών, που για κάποιο λόγο, κάποιοι το θεωρούν ως μια καλή ερμηνεία.
Από την άλλη δεν μπορώ να παραβλέψω τα τεχνικά μέρη της όλης παραγωγής και τη μεγάλη συνεισφορά της σκηνοθεσίας του Greutert που ανέβασε αρκετά ένα κατά τα άλλα αδύναμο σενάριο.
Βασίλης Γιαννάκης.
Release Dates:
19 January 2016 (USA)
Αυτό δεν είναι καθόλου αυτονόητο αν κρίνει κάποιος από παλαιότερα franchise όπως το Friday the 13th και το Halloween, που ήταν τίγκα στα retconning και στις ατυχείς επιλογές.
Με το Visions, ο σκηνοθέτης επιχείρησε να δώσει μια πιο προσωπική δουλειά.
Η ταινία αφορά μια γυναίκα, την Eveleigh (Isla Fisher, Now You See Me), που κάποια στιγμή στη ζωή της προκάλεσε ένα αυτοκινητιστικό δυστύχημα στο οποίο πέθανε ένα βρέφος.
Λογικό είναι να τη βαραίνουν οι τύψεις από εκεί και πέρα, αλλά ευτυχώς γι’ αυτήν, ο σύζυγός της ο David (Anson Mount, Safe) τη συμπαραστάθηκε αμέριστα όπως όφειλε.
Λίγο καιρό αργότερα, η Eveleigh είναι έγκυος και εγκαθίσταται μαζί με τον David σε έναν αμπελώνα στην εξοχή, προκειμένου να κάνουν μία νέα αρχή.
Εκεί στοιχειώνεται από τρομαχτικά οράματα, που η ίδια αποδίδει σε ένα ενδεχόμενο σκοτεινό παρελθόν του σπιτιού τους, ενώ όλοι οι υπόλοιποι θεωρούν ότι πρόκειται για μια ορμονική διαταραχή που οφείλεται στην εγκυμοσύνη της.
Το βασικό πρόβλημα που έχουμε να αντιμετωπίσουμε ως θεατές, είναι ότι τα εν λόγω «οράματα» εμφανίζονται ως «θεάσεις φαντασμάτων» και jumpscares όπως σε όλα τα μεταφυσικά θρίλερ που μέχρι πρότινος κυκλοφορούσαν με το κιλό.
Τα υψηλά στάνταρ της παραγωγής, η δεξιοτεχνία στην κινηματογράφηση και οι υπερβολικά «χολιγουντιανές» ερμηνείες θα πείσουν πολλούς ότι παρακολουθούν μία «καλή» ταινία τρόμου (διότι έτσι είναι οι ταινίες τρόμου που θεωρούνται «καλές»), έστω και αν επί της ουσίας δεν διαφέρει σε τίποτε από τα βερνικωμένα βρετανικά μεταφυσικά θρίλερ που είναι μόνο εμφάνιση, αλλά τους λείπει η ουσία.
Να σημειώσουμε ότι η ταινία είναι αμερικάνικη, αλλά φαίνεται πως ο Greutert έχει εμφανώς επηρεαστεί από τα βρετανικά θρίλερ.
Απευθύνεται λοιπόν σε όσους εκτιμούν τα άψογα τεχνικά μέρη σε βαθμό που να αγνοούν το γεγονός ότι το σενάριο βαδίζει σε τετριμμένα μονοπάτια.
Προσωπικά το Visions με κούρασε στη θέασή του και θεωρώ ότι όλα όσα μου παρουσίασε τα έχω δει αλλού και μάλιστα πολύ καλύτερα εκτελεσμένα.
Ακόμη και η ανατροπή του τέλους δεν με εξέπληξε – και ας μην την περίμενα - διότι είναι μια ιδέα που στο παρελθόν έχουμε δει σε πολλές ταινίες.
Στο μυαλό μου έρχεται το White Noise του Geoffrey Sax.
Κάποιος θα πει «ναι αλλά εκεί δεν αξιοποιήθηκε η συγκεκριμένη ιδέα με τον ίδιο ακριβώς τρόπο».
Εγώ απαντώ ότι όποιος έχει δει την συγκεκριμένη ιδέα με τις τόσες και τόσες παραλλαγές που έχει εμφανιστεί κατά καιρούς, δεν πρόκειται να συγκινηθεί με τίποτα όταν δει την ανατροπή στο Visions.
Γι’ αυτό και πιστεύω ότι το Visions απευθύνεται κυρίως σε όσους έχουν «χάσει επεισόδια» στον κινηματογραφικό τρόμο, δεν είναι συστηματικοί θεατές του είδους και εστιάζουν υπερβολικά στα τεχνικά μέρη.
Αν βάλεις έναν τέτοιο θεατή να παρακολουθήσει μια ταινία που έχει πραγματικά κάτι καινούργιο να πει αλλά που δεν έχει τόσο υψηλά στάνταρ παραγωγής, θα σου πει ότι πρόκειται για μια κακή ταινία.
Να γιατί οι ταινίες σαν το Visions εισπράττουν συνήθως τα εύσημα από το ευρύ κοινό παρά το γεγονός ότι δεν ρισκάρουν και βασίζονται σε δοκιμασμένες συνταγές.
Εγώ από την άλλη, δεν μπορώ να παραβλέψω ότι η σκηνή που οι «κακοί» της υπόθεσης δένουν την Eveleigh στο κρεβάτι προς το τέλος – δεν λέω περισσότερα για να μην μαρτυρήσω τις αποκαλύψεις - μου έδωσε την αίσθηση παρωδίας εξαιτίας ακριβώς του μη ρεαλιστικού παιξίματος των ηθοποιών, που για κάποιο λόγο, κάποιοι το θεωρούν ως μια καλή ερμηνεία.
Από την άλλη δεν μπορώ να παραβλέψω τα τεχνικά μέρη της όλης παραγωγής και τη μεγάλη συνεισφορά της σκηνοθεσίας του Greutert που ανέβασε αρκετά ένα κατά τα άλλα αδύναμο σενάριο.
Βασίλης Γιαννάκης.
Release Dates:
19 January 2016 (USA)
Post a Comment