Παραμονεύοντας - Lurk review
Η νέα ταινία του Βασίλη Κατσίκη που προβλήθηκε στο 2ο Horrorant Film Festival 'FRIGHT NIGHTS' αφηγείται την ιστορία της Anne (Tess Spentzos), μιας όμορφης, ακαθόριστης ηλικίας νέας γυναίκας, που ζει σε μια απόμερη βίλα με τον μεσήλικα σύζυγό της (Peter Gerald).
Εκείνος ψυχίατρος, ιδιοκτήτης πλέον της κλινικής που ανήκε στον δολοφονημένο πριν δυο χρόνια πατέρα της Anne.
Η δολοφονία επέδρασε καθοριστικά στην ψυχική διάθεση της Anne, υποχρεώνοντας τον σύζυγό της να της χορηγήσει μια ειδική, εντατική θεραπεία.
Τα φάρμακα αποσυντονίζουν εντελώς την Anne, δημιουργώντας τρομακτικά κενά μνήμης.
Κάποιες στιγμές ξεχνά ακόμη και τον κωδικό του κινητού της.
Όταν ένα έκτακτο γεγονός απομακρύνει βιαστικά τον υπεύθυνο για την φαρμακευτική αγωγή σύζυγο, η Anne ξεχναποφεύγει να πάρει τα φάρμακά της.
Κι ενώ έξω η καταιγίδα λυσσομανά και στην πόλη οι διαδηλωτές καίνε τα πάντα, η Anne αντιλαμβάνεται πως κάποιος επικίνδυνος άγνωστος (Aris Athan) έχει διεισδύσει στην βίλα.
Προσπαθεί να ξεφύγει από τα χέρια του, αλλά όντας ακόμη υπό την επήρεια των ουσιών, δεν το καταφέρνει.
Βρίσκεται δεμένη και φιμωμένη αλλά κατά κάποιο παράξενο τρόπο δεν νιώθει απειλημένη.
Μια περίεργη σχέση φαίνεται να υπάρχει ανάμεσα σε εκείνη και τον εισβολέα.
Ένα τρομακτικό αίσθημα πως γνωρίζονται από παλιά.
Αλλά το πιο τρομακτικό είναι αυτά που ακούει από το στόμα του ξένου.
Η αίσθηση του κινδύνου θα πιέσει μνήμες να ενεργοποιηθούν, θαμμένα συναισθήματα να αναδυθούν, προσωπεία να καταρριφθούν και αλήθειες να αποκαλυφθούν.
Και όπως συμβαίνει συνήθως στις μεγάλες τραγωδίες, την Μέγιστη Ύβρι δεν θα αργήσει να διαδεχθεί η Ύπατη Νέμεση...
Ο Βασίλης Κατσίκης είναι από τους σκηνοθέτες που με κάνουν να ελπίζω.
Ξέρει το μέσον, το αγαπά - αν και η καταλληλότερη έκφραση θα ήταν το λατρεύει, οπότε ακόμη και όταν δεν συμπαθεί ιδιαίτερα κάποιο είδος, το υπηρετεί όχι απλά σωστά, αλλά κρύβει με επιμέλεια ότι νιώθει, μέσα στην πυκνή ομίχλη που έντεχνα διαχέει γύρω από τον πλούσιο συναισθηματικό του κόσμο...
Το «Lurk» του οποίου ο πιο σωστός τίτλος θα ήταν «Memory», είναι ένα ακόμη παράδειγμα των όσων υποστηρίζω πιο πάνω...
Στο βραβευμένο του «CCTV» μια μπλοκαρισμένη κάμερα καταγράφει ασταμάτητα τις ιστορίες των ανθρώπων που τυχαία την κατέχουν κάποια στιγμή.
Στην εμπορική «Λούφα και Απαλλαγή Ι-4» μεταθέτει επιτυχημένα την γνωστή ιστορία του Νίκου Περάκη μερικά μέτρα πιο κει...
Και τώρα, χωρίς το -όχι σπουδαίο αλλά τουλάχιστον υπαρκτό budget- της Οdeon, χωρίς καθόλου budget για να λέμε τα σύκα σύκα και τη σκάφη σκάφη, κάνει μια ταινία που μέχρι σήμερα πολύ λίγοι συμπατριώτες μας έχουν τολμήσει και ζήτημα είναι να έχουμε κάποιο αξιόλογο δείγμα.
Ψυχολογικό θρίλερ.
Τα καταφέρνει;
Σαν άλλος Χίτσκοκ.
Σωστά –το σοφά εδώ θα ήταν υπερβολή για κάποιους- υπολογισμένοι νεκροί χρόνοι, απειλητικές σκιές, σπαράγματα μνήμης μπερδεμένα με αρρωστημένες φαντασιώσεις, σκοτεινοί εφιάλτες που μπλέκονται με την ζοφερή πραγματικότητα.
Όλα συμβαίνουν ενώ έξω πέφτει μια καταραμένη, συνεχόμενη βροχή με ένα δαιμονισμένο αέρα να σφυρίζει υπογραμμίζοντας τον θανάσιμο κίνδυνο που προκαλεί μια χαλαρά στερεωμένη κολόνα φωτισμού.
Εκεί μπαίνει κι ο μυστηριώδης εισβολέας και απογειώνει το σασπένς.
Κλασικά στοιχεία που δημιουργούν την απαραίτητη απειλητική ατμόσφαιρα, σκεπασμένη από πυκνό μυστήριο...
Που γεμίζει σαν ύπουλο, καταχθόνιο πνεύμα τον κενό χώρο και εισχωρεί σε βάθος στην ψυχή του θεατή, κάνοντάς την να τρεμουλιάζει από την ένταση, να ανατριχιάζει από την αγωνία...
Η κάμερα του Κατσίκη κινείται ελεύθερα στο χώρο ενώ η ξεχωριστή τεχνική του, εντυπωσιάζει σε αρκετά σημεία τον υποψιασμένο θεατή:
Κατά την δραματική στιγμή της εισβολής, για να αποδοθεί κινηματογραφικά το συναίσθημα της απώλειας μνήμης, ουσιαστικά του μισού εαυτού της Anne, στο μισό μόνο κάδρο εμφανίζεται η Anne ενώ το υπόλοιπο μισό, παραμένει κενό.
Μαύρο, άδειο από μνήμες και αισθήματα.
Την στιγμή που ετοιμάζεται να κατέβει τις σκάλες της μνήμης για να ανακαλύψει ξανά τον εαυτό της και την αλήθεια, με ένα εκπληκτικό οπτικό on camera lap dissolve όταν φθάνει στο κέντρο του καρέ η εικόνα της χάνεται για να εμφανιστεί αμέσως μετά όταν η Anne αρχίζει να κινείται στο άλλο μισό του καρέ σηματοδοτώντας την αλλαγή που αρχίζει να επέρχεται στην ψυχή της...
Οι πρωταγωνιστές Peter Gerald και Aris Athan ο ένας στιβαρός, απειλητικός κι απόμακρος, ο άλλος εξαϋλωμένος και εξουθενωμένος σχεδόν ανθρώπινη σκιά, αφήνουν το στίγμα τους σε κάθε καρέ που εμφανίζονται.
Αλλά η ερμηνεία που πραγματικά καθηλώνει είναι αυτή της Tess Spentzos, γόνου της γνωστής κινηματογραφικής οικογένειας.
Μεστή και ουσιαστική, ανακαλεί στη μνήμη εικόνες από κλασικές βαμπ της δεκαετίας του 60 στιλ Grace Kelly ή και πιο σύγχρονες σαν την Sharon Stone.
Η συμβολή της αυθεντικής ορχηστρικής μουσικής του Αντώνη Σουσάμογλου στην δημιουργία της απειλητικής, συγκεχυμένης ατμόσφαιρας μεταξύ πραγματικότητας και φαντασίας είναι καθοριστική.
Αν και είδα την κόπια εργασίας που προβλήθηκε στις Νύχτες Πρεμιέρας πέρυσι, σαν θιασώτης του είδους θα ομολογήσω: Ναι λάτρεψα την ταινία του Βασίλη.
Ενδεχομένως δε, στην τελική της εκδοχή, να μπορούμε να μιλάμε για ένα μικρό αριστούργημα.
Νίκος Κουλαυτάκης
CINEMAD.GR
Release Dates:
12 March 2015 (Horrorant Film Festival 'FRIGHT NIGHTS')
23 aPRIL 2015 (Greece)
Post a Comment