V/H/S review
Γράφει ο Κωνσταντίνος Χατζηπαπάς.
Σε κάποια από τις ανακοινώσεις της κυκλοφορίας του V/H/S από την FilmBoy Pictures στους ελληνικούς κινηματογράφους, κάποιος αναγνώστης σχολίασε: ‘...Και να θυμάστε κάτι. Όσο σέβεστε τον κόσμο που σας στηρίζει και σας αγαπάει δεν έχετε να φοβηθείτε τίποτα.’
Όχι πως έπαψα ποτέ να σέβομαι τους ~1.300 ανθρώπους που επισκέπτονται καθημερινά το FilmBoy, αλλά τέτοια σχόλια χρειάζονται μερικές φορές για να θυμίσουν σε όσους από εμάς τυγχάνει να έχουμε ένα βήμα επικοινωνίας, ότι το κάθε post – και στη προκειμένη περίπτωση το κάθε …μη post – αποτελεί απόδειξη σεβασμού στους αναγνώστες.
Με άλλα λόγια, ο σεβασμός κερδίζεται καθημερινά.
Για αυτό και έγραψα εγώ το review του V/H/S, ενώ είχα αποφασίσει να μην γράψω κριτική για την ταινία που έφερα εγώ στις αίθουσες.
Και μόλις σκέφτηκα ότι πιθανόν αυτό να είναι αντιδεοντολογικό, θυμήθηκα αυτά περί σεβασμού.
Αλήθεια, πόσο τίμιο είναι να γράφεις τόσες κριτικές τόσα χρόνια, να υπάρχουν άνθρωποι που να εκτιμούν τη γνώμη σου για τόσες πολλές ταινίες, και να θεωρείς λάθος να πεις τη γνώμη σου για το V/H/S;
Πόσο ανέντιμο θα ήταν να παραδεχτώ ξαφνικά ότι έγινα αναξιόπιστος κριτικής (και ειδικά ταινίας τρόμου) και ότι δεν γράφω γιατί δε πρέπει να λάβετε υπόψη σας τη γνώμη μου στο συγκεκριμένο;
Με τον ίδιο τρόπο και την ίδια κριτική ματιά με την οποία γράφω reviews τόσα χρόνια, θα το κάνω και για το V/H/S...
Το οποίο by the way, είναι ένα ρίσκο.
Όχι επιχειρηματικά (στο κάτω κάτω αυτός είναι δικός μου βραχνάς), αλλά σαν είδος.
Η πρώτη ταινία που φέραμε στις αίθουσες είναι μια found footage ανθολογία τρόμου με vintage αναφορές (βλ. VHS), πράγμα που σημαίνει δυο πράγματα.
Πρώτον, ότι δεν υπάρχει σημείο αναφοράς ως προς το είδος αυτό – καμία άλλη ελληνική εταιρεία δεν τόλμησε να φέρει ποτέ στις αίθουσες μια indie found footage ταινία τρόμου (ακόμα και τα χιτ [REC] τα απέφυγαν).
Δεύτερον, το found footage έχει αντιπάθειες ακόμα και μεταξύ των horror fans.
Κάποιοι μπορεί να μην ενθουσιάζονται στην ιδέα ότι η κάμερα κουνιέται λίγο παραπάνω από την κάμερα του Romero και του Carpenter.
Από την άλλη όμως, τι νόημα θα είχε άλλη μια εταιρεία διανομής που θα φέρνει το Dream House στις αίθουσες, ή το remake του Fright Night;
Ποιο θα ήταν το διαφορετικό σε όλο αυτό το εγχείρημα, αν προσπαθούσα να γίνω mainstream distributor και επέλεγα ταινίες βάση την εμπορικότητα του cast και όχι την αγνή αγάπη των horror fans;
Ως ένας από εσάς, έκανα την επιλογή του V/H/S με κριτήρια καθαρά κινηματογραφικά και με βάση την κοινή μας αγάπη για τις πραγματικά τρομακτικές ταινίες τρόμου.
Enough με το πρόλογο.
Τι στο καλό είναι αυτό το V/H/S;
5 Ιστορίες μέσα σε μία αφηρημένη αφήγηση μιας αλητοπαρέας που κάνει διάρρηξη σε ένα παλιό σπίτι για να βρει μια βιντεοκασέτα, που ελπίζει να τους κάνει πλούσιους.
Τα πρώτα λεπτά θυμίζουν λίγο …Jackass, και είναι αυτά που θα πρέπει να ξεχάσετε γρήγορα.
Οι κασέτες γρήγορα μπαίνουν στο video (όσοι δεν γνωρίζουν πως ήταν το video, με κάνουν να νοιώθω γέρος), το play πατιέται και η πραγματική ταινία αρχίζει.
Στο ‘Amateur Night’ (σκηνοθεσίας David Bruckner), τρεις νεαροί βγαίνουν για μια νύχτα ξεσαλώματος, πιέζουν λίγο παραπάνω ένα συγκεκριμένο κορίτσι και το πληρώνουν ακριβά.
Η δράση παρουσιάζεται με μια μυστική κάμερα κρυμμένη στα γυαλιά του ενός νεαρού, που σημαίνει ότι βλέπουμε ό,τι κοιτάει εκείνος.
Γνώριμες καταστάσεις (εκτός αν δεν έχετε ποτέ βγει, γίνει ντίρλα και επιστρέψατε με κοπέλες στο δωμάτιο σας), χιούμορ, grotesque και πολύ …Lily!
Από τη πρώτη στιγμή που είδα το trailer, κατάλαβα ότι η Lily (Hannah Fierman) θα γίνει μορφή.
Τα practical εφέ (όπως σε όλη τη ταινία) σε συνδυασμό με το χαμηλό φωτισμό του δωματίου, και μερικές αληθινά τρομακτικές σκηνές, το κάνουν ίσως το καλύτερο από όλα τα επόμενα.
Στο ‘Second Honeymoon του Ti West (του εξαιρετικού House Of The Devil και του περισσότερο συμβατικού Innkeepers) βλέπουμε ένα νεαρό ζευγάρι που βιντεοσκοπεί το road trip τους στο Grand Canyon, και περνά τη νύχτα του σε ένα μικρό μοτέλ με ένα νυχτερινό επισκέπτη.
Η άφιξη του απρόσκλητου επισκέπτη στο δωμάτιο ενώ το ζευγάρι κοιμάται, προσφέρει μια πρώτης τάξεως ανατριχιαστική στιγμή με αποκορύφωμα ένα gore fest, το οποίο όμως αποτελεί και το μοναδικό highlight της ιστορίας.
Στο ‘Tuesday the 17th’ του Glenn McQuaid, μια ομάδα φίλων πηγαίνει στο δάσος για μια υπαίθρια διασκέδαση δίπλα στη λίμνη, αλλά τα σχέδια τους αλλάζουν όταν ένας δολοφόνος τους σφάζει με γοργούς ρυθμούς και gore τρόπους.
Η ιστορία παίρνει μια διαφορετική τροπή με το ρόλο μιας κοπέλας της παρέας, και προσφέρει πραγματικά αξέχαστες στιγμές στον τρόπο που αποδεκατίζεται η παρέα.
Μια μαχαιριά στο μάτι σας…
Το ‘The Sick Thing That Happened to Emily When She Was Younger’ από τον Joe Swanberg είναι ίσως η πρώτη κινηματογραφική ιστορία τρόμου που εξελίσσεται εξ ολοκλήρου μέσω μιας συνομιλίας Skype, όπου μια νεαρή κοπέλα προσπαθεί να πείσει τον μακρινό φίλο της ότι το διαμέρισμά της είναι στοιχειωμένο.
Εδώ υπάρχουν μερικές πραγματικά ανατριχιαστικές σκηνές που θα σας κάνουν να πεταχτείτε από τα καθίσματα σας, όπως έγινε σε μεγάλο βαθμό και στους θεατές στο φεστιβάλ Νύχτες Πρεμιέρας.
Το τρικ της κάμερας του pc είναι κάτι καινούργιο στο horror, και ακόμη κι αν δεν σας ικανοποιήσει το φινάλε - αν και άκουσα από θεατή ότι, ειδικά αυτή είναι μια τρομακτική ιστορία για τον απλούστατο λόγο ότι είναι η μόνη που θα μπορούσε να συμβεί στον καθένα μας – σίγουρα θα σας κάνει να τρομάξετε και θα σας θυμίσει κάτι από το The Orphanage.
Τέλος, το "10/31/98" του Radio Silence είναι μακράν το πιο έξαλλο, freaky, kickass horror fest από όλα τα προηγούμενα.
Η ιστορία είναι εντελώς απλοϊκή – τέσσερις φίλοι πηγαίνουν σε ένα αποκριάτικο πάρτι αλλά βρίσκονται κατά λάθος σε ένα πραγματικά στοιχειωμένο σπίτι – αλλά πρόκειται για μια γρήγορη βόλτα με συγκίνηση φορτωμένη με τρόμο, παραξενιά και μερικές φανταστικές εικόνες.
Προφανώς και έχει ελαττώματα το V/H/S, αλλά δεν είναι για όλους ίδια.
Το vintage style της υπόθεσης δημιουργεί την ανάγκη για tracking στη ταινία (μη μου πείτε ότι δεν γνωρίζετε το tracking, γιατί θα νιώσω παππούς), καθώς και διάσπαρτες άσχετες εικόνες που υποτίθεται βρίσκονταν στις κασέτες από πριν, κάτι που μερικούς ίσως ξενίσει.
Αλλά επιτρέψτε μου να πω ότι η κινούμενη κάμερα δεν είναι a priori κάτι κακό.
Μιλάμε για found footage φιλμ, που επιβάλει την έννοια της αχαλίνωτης κάμερας στο χέρι, οπότε όποια σχόλια περί ναυτίας ταιριάζουν μόνο σε αυτούς που δεν διασκέδασαν με τα [REC], το Cloverfield και τα Paranormal Activity, αλλά έχουν μείνει στην εποχή του Blair Witch Project και έκτοτε, αποφάσισαν να μην ξαναδούν (ή να μην επιτρέψουν στον εαυτό τους να περάσουν καλά) με καλό μάτι άλλη found footage ταινία τρόμου.
Προφανώς, αν δεν σου άρεσε ούτε το [REC], ούτε το Paranormal Activity, ούτε καμία found footage ταινία τρόμου και δεν καταλαβαίνεις καν γιατί έκαναν επιτυχία, δεν έχεις πολλές πιθανότητες να σου αρέσει το V/H/S, σωστά;
Επίσης, θα έλεγα ότι το V/H/S δεν θα αρέσει και στους φανατικούς του σφιχτοδεμένου σεναριακά σινεμά, σε αυτούς που χρειάζονται πειστικές εξηγήσεις για όλα όσα συμβαίνουν στην οθόνη, και σε αυτούς που δεν συγχωρούν ελαφρότητες.
Ναι, η πρώτη ιστορία που δένει τις υπόλοιπες χρειαζόταν φιξάρισμα, από την άλλη όμως θα σκεφτόμουν δυο φορές να φέρω μια ταινία που θα έχει διάρκεια πάνω από 2 ώρες.
Συνολικά, το V/H/S είναι κάτι διαφορετικό, μια σπάνια ευκαιρία να δείτε ένα πραγματικά τρομακτικό found footage στις αίθουσες του κινηματογράφου.
Όσο αφορά τη FilmBoy Pictures, το ταξίδι μας αρχίζει.
Οι λάτρεις του είδους θα είναι on board από τη πρώτη στιγμή, είμαι σίγουρος.
Από 11 Οκτωβρίου στους κινηματογράφους.
Σε κάποια από τις ανακοινώσεις της κυκλοφορίας του V/H/S από την FilmBoy Pictures στους ελληνικούς κινηματογράφους, κάποιος αναγνώστης σχολίασε: ‘...Και να θυμάστε κάτι. Όσο σέβεστε τον κόσμο που σας στηρίζει και σας αγαπάει δεν έχετε να φοβηθείτε τίποτα.’
Όχι πως έπαψα ποτέ να σέβομαι τους ~1.300 ανθρώπους που επισκέπτονται καθημερινά το FilmBoy, αλλά τέτοια σχόλια χρειάζονται μερικές φορές για να θυμίσουν σε όσους από εμάς τυγχάνει να έχουμε ένα βήμα επικοινωνίας, ότι το κάθε post – και στη προκειμένη περίπτωση το κάθε …μη post – αποτελεί απόδειξη σεβασμού στους αναγνώστες.
Με άλλα λόγια, ο σεβασμός κερδίζεται καθημερινά.
Για αυτό και έγραψα εγώ το review του V/H/S, ενώ είχα αποφασίσει να μην γράψω κριτική για την ταινία που έφερα εγώ στις αίθουσες.
Και μόλις σκέφτηκα ότι πιθανόν αυτό να είναι αντιδεοντολογικό, θυμήθηκα αυτά περί σεβασμού.
Αλήθεια, πόσο τίμιο είναι να γράφεις τόσες κριτικές τόσα χρόνια, να υπάρχουν άνθρωποι που να εκτιμούν τη γνώμη σου για τόσες πολλές ταινίες, και να θεωρείς λάθος να πεις τη γνώμη σου για το V/H/S;
Πόσο ανέντιμο θα ήταν να παραδεχτώ ξαφνικά ότι έγινα αναξιόπιστος κριτικής (και ειδικά ταινίας τρόμου) και ότι δεν γράφω γιατί δε πρέπει να λάβετε υπόψη σας τη γνώμη μου στο συγκεκριμένο;
Με τον ίδιο τρόπο και την ίδια κριτική ματιά με την οποία γράφω reviews τόσα χρόνια, θα το κάνω και για το V/H/S...
Το οποίο by the way, είναι ένα ρίσκο.
Όχι επιχειρηματικά (στο κάτω κάτω αυτός είναι δικός μου βραχνάς), αλλά σαν είδος.
Η πρώτη ταινία που φέραμε στις αίθουσες είναι μια found footage ανθολογία τρόμου με vintage αναφορές (βλ. VHS), πράγμα που σημαίνει δυο πράγματα.
Πρώτον, ότι δεν υπάρχει σημείο αναφοράς ως προς το είδος αυτό – καμία άλλη ελληνική εταιρεία δεν τόλμησε να φέρει ποτέ στις αίθουσες μια indie found footage ταινία τρόμου (ακόμα και τα χιτ [REC] τα απέφυγαν).
Δεύτερον, το found footage έχει αντιπάθειες ακόμα και μεταξύ των horror fans.
Κάποιοι μπορεί να μην ενθουσιάζονται στην ιδέα ότι η κάμερα κουνιέται λίγο παραπάνω από την κάμερα του Romero και του Carpenter.
Από την άλλη όμως, τι νόημα θα είχε άλλη μια εταιρεία διανομής που θα φέρνει το Dream House στις αίθουσες, ή το remake του Fright Night;
Ποιο θα ήταν το διαφορετικό σε όλο αυτό το εγχείρημα, αν προσπαθούσα να γίνω mainstream distributor και επέλεγα ταινίες βάση την εμπορικότητα του cast και όχι την αγνή αγάπη των horror fans;
Ως ένας από εσάς, έκανα την επιλογή του V/H/S με κριτήρια καθαρά κινηματογραφικά και με βάση την κοινή μας αγάπη για τις πραγματικά τρομακτικές ταινίες τρόμου.
Enough με το πρόλογο.
Τι στο καλό είναι αυτό το V/H/S;
5 Ιστορίες μέσα σε μία αφηρημένη αφήγηση μιας αλητοπαρέας που κάνει διάρρηξη σε ένα παλιό σπίτι για να βρει μια βιντεοκασέτα, που ελπίζει να τους κάνει πλούσιους.
Τα πρώτα λεπτά θυμίζουν λίγο …Jackass, και είναι αυτά που θα πρέπει να ξεχάσετε γρήγορα.
Οι κασέτες γρήγορα μπαίνουν στο video (όσοι δεν γνωρίζουν πως ήταν το video, με κάνουν να νοιώθω γέρος), το play πατιέται και η πραγματική ταινία αρχίζει.
Στο ‘Amateur Night’ (σκηνοθεσίας David Bruckner), τρεις νεαροί βγαίνουν για μια νύχτα ξεσαλώματος, πιέζουν λίγο παραπάνω ένα συγκεκριμένο κορίτσι και το πληρώνουν ακριβά.
Η δράση παρουσιάζεται με μια μυστική κάμερα κρυμμένη στα γυαλιά του ενός νεαρού, που σημαίνει ότι βλέπουμε ό,τι κοιτάει εκείνος.
Γνώριμες καταστάσεις (εκτός αν δεν έχετε ποτέ βγει, γίνει ντίρλα και επιστρέψατε με κοπέλες στο δωμάτιο σας), χιούμορ, grotesque και πολύ …Lily!
Από τη πρώτη στιγμή που είδα το trailer, κατάλαβα ότι η Lily (Hannah Fierman) θα γίνει μορφή.
Τα practical εφέ (όπως σε όλη τη ταινία) σε συνδυασμό με το χαμηλό φωτισμό του δωματίου, και μερικές αληθινά τρομακτικές σκηνές, το κάνουν ίσως το καλύτερο από όλα τα επόμενα.
Στο ‘Second Honeymoon του Ti West (του εξαιρετικού House Of The Devil και του περισσότερο συμβατικού Innkeepers) βλέπουμε ένα νεαρό ζευγάρι που βιντεοσκοπεί το road trip τους στο Grand Canyon, και περνά τη νύχτα του σε ένα μικρό μοτέλ με ένα νυχτερινό επισκέπτη.
Η άφιξη του απρόσκλητου επισκέπτη στο δωμάτιο ενώ το ζευγάρι κοιμάται, προσφέρει μια πρώτης τάξεως ανατριχιαστική στιγμή με αποκορύφωμα ένα gore fest, το οποίο όμως αποτελεί και το μοναδικό highlight της ιστορίας.
Στο ‘Tuesday the 17th’ του Glenn McQuaid, μια ομάδα φίλων πηγαίνει στο δάσος για μια υπαίθρια διασκέδαση δίπλα στη λίμνη, αλλά τα σχέδια τους αλλάζουν όταν ένας δολοφόνος τους σφάζει με γοργούς ρυθμούς και gore τρόπους.
Η ιστορία παίρνει μια διαφορετική τροπή με το ρόλο μιας κοπέλας της παρέας, και προσφέρει πραγματικά αξέχαστες στιγμές στον τρόπο που αποδεκατίζεται η παρέα.
Μια μαχαιριά στο μάτι σας…
Το ‘The Sick Thing That Happened to Emily When She Was Younger’ από τον Joe Swanberg είναι ίσως η πρώτη κινηματογραφική ιστορία τρόμου που εξελίσσεται εξ ολοκλήρου μέσω μιας συνομιλίας Skype, όπου μια νεαρή κοπέλα προσπαθεί να πείσει τον μακρινό φίλο της ότι το διαμέρισμά της είναι στοιχειωμένο.
Εδώ υπάρχουν μερικές πραγματικά ανατριχιαστικές σκηνές που θα σας κάνουν να πεταχτείτε από τα καθίσματα σας, όπως έγινε σε μεγάλο βαθμό και στους θεατές στο φεστιβάλ Νύχτες Πρεμιέρας.
Το τρικ της κάμερας του pc είναι κάτι καινούργιο στο horror, και ακόμη κι αν δεν σας ικανοποιήσει το φινάλε - αν και άκουσα από θεατή ότι, ειδικά αυτή είναι μια τρομακτική ιστορία για τον απλούστατο λόγο ότι είναι η μόνη που θα μπορούσε να συμβεί στον καθένα μας – σίγουρα θα σας κάνει να τρομάξετε και θα σας θυμίσει κάτι από το The Orphanage.
Τέλος, το "10/31/98" του Radio Silence είναι μακράν το πιο έξαλλο, freaky, kickass horror fest από όλα τα προηγούμενα.
Η ιστορία είναι εντελώς απλοϊκή – τέσσερις φίλοι πηγαίνουν σε ένα αποκριάτικο πάρτι αλλά βρίσκονται κατά λάθος σε ένα πραγματικά στοιχειωμένο σπίτι – αλλά πρόκειται για μια γρήγορη βόλτα με συγκίνηση φορτωμένη με τρόμο, παραξενιά και μερικές φανταστικές εικόνες.
Προφανώς και έχει ελαττώματα το V/H/S, αλλά δεν είναι για όλους ίδια.
Το vintage style της υπόθεσης δημιουργεί την ανάγκη για tracking στη ταινία (μη μου πείτε ότι δεν γνωρίζετε το tracking, γιατί θα νιώσω παππούς), καθώς και διάσπαρτες άσχετες εικόνες που υποτίθεται βρίσκονταν στις κασέτες από πριν, κάτι που μερικούς ίσως ξενίσει.
Αλλά επιτρέψτε μου να πω ότι η κινούμενη κάμερα δεν είναι a priori κάτι κακό.
Μιλάμε για found footage φιλμ, που επιβάλει την έννοια της αχαλίνωτης κάμερας στο χέρι, οπότε όποια σχόλια περί ναυτίας ταιριάζουν μόνο σε αυτούς που δεν διασκέδασαν με τα [REC], το Cloverfield και τα Paranormal Activity, αλλά έχουν μείνει στην εποχή του Blair Witch Project και έκτοτε, αποφάσισαν να μην ξαναδούν (ή να μην επιτρέψουν στον εαυτό τους να περάσουν καλά) με καλό μάτι άλλη found footage ταινία τρόμου.
Προφανώς, αν δεν σου άρεσε ούτε το [REC], ούτε το Paranormal Activity, ούτε καμία found footage ταινία τρόμου και δεν καταλαβαίνεις καν γιατί έκαναν επιτυχία, δεν έχεις πολλές πιθανότητες να σου αρέσει το V/H/S, σωστά;
Επίσης, θα έλεγα ότι το V/H/S δεν θα αρέσει και στους φανατικούς του σφιχτοδεμένου σεναριακά σινεμά, σε αυτούς που χρειάζονται πειστικές εξηγήσεις για όλα όσα συμβαίνουν στην οθόνη, και σε αυτούς που δεν συγχωρούν ελαφρότητες.
Ναι, η πρώτη ιστορία που δένει τις υπόλοιπες χρειαζόταν φιξάρισμα, από την άλλη όμως θα σκεφτόμουν δυο φορές να φέρω μια ταινία που θα έχει διάρκεια πάνω από 2 ώρες.
Συνολικά, το V/H/S είναι κάτι διαφορετικό, μια σπάνια ευκαιρία να δείτε ένα πραγματικά τρομακτικό found footage στις αίθουσες του κινηματογράφου.
Όσο αφορά τη FilmBoy Pictures, το ταξίδι μας αρχίζει.
Οι λάτρεις του είδους θα είναι on board από τη πρώτη στιγμή, είμαι σίγουρος.
Από 11 Οκτωβρίου στους κινηματογράφους.
Post a Comment