Top-10 Greek Horror (Τρόμος αλά Ελληνικά)
Κακά τα ψέματα, ο όρος «ελληνικό θρίλερ» ηχεί σαν κακόγουστο αστείο στ’ αυτιά των περισσότερων και συνοδεύεται το λιγότερο από δυσπιστία και περιφρόνηση.
Η αλήθεια όμως είναι πως ο ελληνικός κινηματογράφος από τη δεκαετία του 60’ και μετά φλέρταρε αρκετές φορές με το χώρο του φανταστικού και επέδειξε μερικές αρκούντως ικανοποιητικές προσπάθειες.
Οι περισσότερες απ’ αυτές βέβαια δεν κατάφεραν να τύχουν ευρείας αποδοχής λόγω της δυσπιστίας των κριτικών και της διανομής ή δεν έφτασαν ποτέ στο κοινό, καθώς οι περισσότερες βγήκαν σε ελάχιστες αίθουσες ή καθόλου, ενώ στην τηλεόραση προβλήθηκαν σπάνια ή ποτέ.
Παραδόξως όμως για κάποιες απ’ αυτές, η αναγνώριση και η αποδοχή που δεν απέκτησαν στην Ελλάδα, ήρθε από το εξωτερικό, κερδίζοντας μεγάλη προβολή και βραβεία σε διεθνή φεστιβάλ.
Το σημαντικότερο όμως στο οποίο πρέπει να σταθούμε, είναι το γεγονός πως σε δύσκολες και καλλιτεχνικά άκαρπες εποχές, κάποιοι δημιουργοί τόλμησαν να ασχοληθούν με κάτι τόσο πρωτόγνωρο και προχωρημένο για τα ελληνικά δεδομένα, πηγαίνοντας κόντρα στη σοβαροφάνεια και την προκατάληψη των πολλών.
Παρακάτω λοιπόν ακολουθεί μια λίστα με 10 εγχώριες συνεισφορές στο είδος, 10 ταινίες που πέρασαν με επιτυχία στην άλλη πλευρά, θρίλερ που κατάφεραν να μας ανατριχιάσουν και να μας υπενθυμίσουν πως οι Έλληνες όταν θέλουν... μπορούν!
Η αλήθεια όμως είναι πως ο ελληνικός κινηματογράφος από τη δεκαετία του 60’ και μετά φλέρταρε αρκετές φορές με το χώρο του φανταστικού και επέδειξε μερικές αρκούντως ικανοποιητικές προσπάθειες.
Οι περισσότερες απ’ αυτές βέβαια δεν κατάφεραν να τύχουν ευρείας αποδοχής λόγω της δυσπιστίας των κριτικών και της διανομής ή δεν έφτασαν ποτέ στο κοινό, καθώς οι περισσότερες βγήκαν σε ελάχιστες αίθουσες ή καθόλου, ενώ στην τηλεόραση προβλήθηκαν σπάνια ή ποτέ.
Παραδόξως όμως για κάποιες απ’ αυτές, η αναγνώριση και η αποδοχή που δεν απέκτησαν στην Ελλάδα, ήρθε από το εξωτερικό, κερδίζοντας μεγάλη προβολή και βραβεία σε διεθνή φεστιβάλ.
Το σημαντικότερο όμως στο οποίο πρέπει να σταθούμε, είναι το γεγονός πως σε δύσκολες και καλλιτεχνικά άκαρπες εποχές, κάποιοι δημιουργοί τόλμησαν να ασχοληθούν με κάτι τόσο πρωτόγνωρο και προχωρημένο για τα ελληνικά δεδομένα, πηγαίνοντας κόντρα στη σοβαροφάνεια και την προκατάληψη των πολλών.
Παρακάτω λοιπόν ακολουθεί μια λίστα με 10 εγχώριες συνεισφορές στο είδος, 10 ταινίες που πέρασαν με επιτυχία στην άλλη πλευρά, θρίλερ που κατάφεραν να μας ανατριχιάσουν και να μας υπενθυμίσουν πως οι Έλληνες όταν θέλουν... μπορούν!
10. Ο Θάνατος Που Ονειρεύτηκα (2010) του Παναγιώτη Κράββα
Η πιο πρόσφατη από τις ταινίες της δεκάδας (διαβαστε το review εδω) είναι μια ρομαντική ταινία τρόμου (όπως αναγράφεται και στο καλαίσθητο poster της) και σύμφωνα με τους δημιουργούς της, είναι βασισμένη στα γεγονότα της Παλλήνης που συντάραξαν το πανελλήνιο το 1993.
Επίκεντρο της ιστορίας είναι η Δωροθέα (Τζένη Θεωνά), μια όμορφη νεαρή κοπέλα η οποία αναγνωρίζει στο πρόσωπο του Χρήστου (Ανδρέας Κωνσταντίνου) το νέο της αγόρι.
Ο Χρήστος όμως δεν φαίνεται να είναι και το καλύτερο παιδί μιας και μπλέκει την ίδια και την παρέα της σε σκοτεινές σατανιστικές τελετές, οδηγώντας τους μέχρι το φόνο.
Βιντεοκλιπίστικο δράμα, ερωτικό love story και ταινία τρόμου μαζί, ακροβατεί μεταξύ σουρεαλισμού και φανταστικού, έχοντας ταυτόχρονα μια δόση τολμηρής γραφικότητας.
Αναδεικνύει τις σκηνοθετικές αρετές του - τηλεοπτικού κυρίως - Κράββα, προβληματίζει με τη θεματική της και περιέχει μερικές σκηνές που αποκλείεται ν’ αφήσουν αδιάφορο το θεατή.
Δεν εκμεταλλεύεται βέβαια στο έπακρο την ιστορία του σατανισμού και χωλαίνει σεναριακά προς το τέλος, αλλά αν μη τι άλλο, αποτελεί μια φιλόδοξη προσπάθεια που αξίζει προσοχής.
9. Μέδουσα (1998) του Γιώργου Λαζόπουλου
Οι συμμετοχές στα διεθνή φεστιβάλ του φανταστικού, το τρίτο βραβείο που πήρε στο 31ο Διεθνές Φεστιβάλ Κινηματογράφου στο Χιούστον το 1998 και η (αγέραστη!) Ελένη Φιλίνη στον πρωταγωνιστικό ρόλο, ήταν αρκετά για να εκτοξεύσουν τη Μέδουσα στην cult στρατόσφαιρα.
Η ταινία ακολουθεί το γνωστό μύθο της Μέδουσας, με μια όμως σημαντική αλλαγή: η μυστηριώδης γυναίκα πετρώνει μόνο τους άντρες και συγκεκριμένα τους μετατρέπει σε πέτρινα αγάλματα.
Αν τώρα όμως τύχει μια γυναίκα να κοιτάξει το πρόσωπό της, τότε η γυναίκα αυτή γίνεται η επόμενη Μέδουσα, ενώ η παλιά συρρικνώνεται σ' ένα σωρό από άμμο.
Πρωταγωνιστής της ταινίας είναι ο Περσέας (Θάνος Αμοργινός), αρχηγός μιας συμμορίας που, μεταξύ άλλων, κάνει διαρρήξεις σε σπίτια.
Κάποια μέρα λοιπόν, μπαίνουν κατά τύχη στο σπίτι της Μέδουσας και χωρίς να το περιμένουν έρχονται αντιμέτωποι με το μεγάλο της μυστικό..
Εκτός από σεναριακό ενδιαφέρον η ταινία του Γ.Λαζόπουλου διαθέτει και αρκετό μυστήριο, με σκηνές μάλιστα που δεν έχουν να ζηλέψουν και πολλά από ανάλογα χολιγουντιανά low budjet θρίλερ της εποχής.
Νομίζω πως η Μέδουσα αποτελεί ιδανική επιλογή για βραδιές με θέμα: cult και ξερό (ελληνικό) ψωμί...
Άλλωστε έχει διακριθεί μέχρι και στο Greek Cult Film Festival που γίνεται κάθε χρόνο στο Gagarin.
ένα απόσπασμα από την ταινία μπορείτε να δείτε εδώ
8. Το Κακό Στην Εποχή Των Ηρώων (2009) του Γιώργου Νούσια
Υπερφιλόδοξο αιματοβαμμένο σίκουελ του Κακού που σημείωσε αξιοπρεπέστατη πορεία στις ελληνικές αίθουσες αλλά δεν κατάφερε να φτάσει τη φρεσκάδα του πρωτότυπου.
Παρόλα αυτά είναι σε θέαμα πιο χορταστικό από το πρώτο, με πρωτόγνωρα για τα ελληνικά δεδομένα ειδικά εφέ, έχει χιούμορ και ένα πιο αναγνωρίσιμο καστ που περιλαμβάνει από έλληνες ζεν πρεμιέ μέχρι τον πολύ Billy Zane (Τitanic) σε special quest εμφάνιση.
Συνεχίζοντας την ιστορία από κει που την άφησε η πρώτη επίσκεψη του Κακού, η ολιγάριθμη ομάδα διασωθέντων αγωνίζεται να ξεφύγει από τους ζόμπι-διώκτες της.
Παράλληλα, προσπαθεί να μιμηθεί τους αρχαίους ημών προγόνους, οι οποίοι πριν από 2.800 χρόνια είχαν αντιμετωπίσει το Κακό νικηφόρα.
Σαφέστατα το σίκουελ του Κακού αποτελεί την πιο επαγγελματική horror προσπάθεια που έγινε εντός ελληνικών συνόρων.
Μπορεί να μην κατάφερε να ανταποκριθεί πλήρως στις ανάγκες της μεγάλης οθόνης, έδειξε όμως πως οι Έλληνες δημιουργοί διαθέτουν τις ικανότητες για να φέρουν εις πέρας ένα μεγαλόπνοο project.
7. Το Όνειρο του Σκύλου (2005) του Άγγελου Φραντζή
Με συμμετοχές σε διεθνή φεστιβάλ, Το Όνειρο του Σκύλου μπλέκει με ατμοσφαιρικό τρόπο μυστήριο και φαντασία, σε μια ιστορία που ακροβατεί μεταξύ ονείρου και πραγματικότητας.
Ακολουθώντας πιστά τον κόσμο του David Lynch, οδηγεί τους ήρωες του σε αλλόκοτες καταστάσεις, πέρα από τα συνηθισμένα, αναδεικνύοντας τη σκοτεινή και παράξενη πλευρά της Αθήνας.
Ένας άνδρας ακούει από έναν συνάδελφο του στο γραφείο την διήγηση ενός ονείρου που αφορά μια παράξενη ληστεία.
Επιστρέφοντας στο σπίτι του, ανακαλύπτει ότι όλα του τα υπάρχοντα έχουν κλαπεί με εξίσου παράξενο τρόπο και έτσι απευθύνεται στην αστυνομία.
Εκεί ένας έμπειρος αστυνόμος προσπαθεί να εξιχνιάσει την υπόθεση με κάπως ανορθόδοξες μεθόδους.
Όσο όμως περνάει η νύχτα, το μυστήριο σιγά σιγά εξαπλώνεται σε ολόκληρη την πόλη και παράξενα περιστατικά οδηγούν τους ήρωες σε ένα ταξίδι που μοιάζει να ξεφεύγει από την πραγματικότητα και να συναντά τον κόσμο του ονείρου.
Αρκετά χαώδης και πειραματική η ταινία του Φραντζή, μπορεί να καταπιάνεται με ένα ασυνήθιστο για το λαό μας είδος, τα καταφέρνει όμως αρκετά καλά, πηγαίνοντας το ελληνικό σινεμά του φανταστικού ένα βήμα πιο μπροστά.
6. Singapore Sling – Ο Άνθρωπος Που Αγάπησε Ένα Πτώμα (1990) του Νίκου Νικολαΐδη
Με τον τίτλο της πιο προκλητικής, τολμηρής και προχωρημένης ελληνικής ταινίας που έγινε ποτέ στις αποσκευές της, δοκίμασε τα όρια της κοινής γνώμης και μισήθηκε όσο καμία.
Με σκηνές που περιλαμβάνουν πάσης φύσεως ανωμαλίες και ακρότητες ανέβασε τον πήχυ του ακραίου κινηματογράφου σε δυσθεώρητα ύψη, και απέδειξε πως η ελληνική λογοκρισία είναι σε αντίθεση με άλλες, υπέρ του δέοντος ελαστική.
Ο Singapore Sling είναι ένας από κείνους τους τύπους χωρίς λεφτά, σπίτι και φίλους, που κυνηγούν χαμένες υποθέσεις.
Η δική του χαμένη υπόθεση λέγεται Λάουρα και αποτελεί τον μεγάλο του έρωτα.
Αν και υποψιάζεται πως το κορίτσι που γυρεύει τόσα χρόνια, έχει πεθάνει, και πως είναι ερωτευμένος με ένα πτώμα, αυτός συνεχίζει να το ψάχνει.
Έτσι, ένα βράδυ με βροχή και θύελλα, πληγωμένος και χωρίς να έχει πια να χάσει τίποτα, φτάνει σε ένα σπίτι κάπου στο πουθενά, πιστεύοντας ότι εκεί μπορεί να βρίσκεται η Λάουρα.
Όμως αντί για εκείνη συναντά δύο γυναίκες, ολίγον τι πειραγμένες, που τον μπλέκουν σε ένα ακραίο παιχνίδι διαστροφής που δεν έχει τελειωμό.
Το Singapore Sling είναι μια ταινία - γροθιά στο στομάχι, μια φιλμική πρόταση που επιστρατεύει την πρόκληση για την πρόκληση με σκοπό να κάνει ένα σχόλιο για τη νοσηρότητα των καιρών μας.
Ένας συνειδητά επιθετικός κινηματογράφος, στα όρια του αρρωστημένου, που τολμά να ρισκάρει και να κάνει τα μούτρα των συντηρητικών, κρέας!
Και για να γίνω πιο κατανοητός: σεξ, βία και διαστροφή σε όλο τους το μεγαλείο, για λίγους και καλούς.
5. Έγκλημα στα Παρασκήνια (1960) του Ντίνου Κατσουρίδη
Κλασικό αστυνομικό θρίλερ της χρυσής εποχής του ελληνικού κινηματογράφου, βασίζεται στο ομώνυμο μυθιστόρημα του Γιάννη Μαρή (ο οποίος συνεργάστηκε και στο σενάριο), αποτέλεσε την πρώτη δουλειά του σκηνοθέτη και χαρακτηρίστηκε από πολλούς ως το κορυφαίο ελληνικό φιλμ νουάρ.
Αγωνία, μυστήριο και ατμόσφαιρα μπλέκονται σε ένα υπέροχο παιχνίδι έντασης και ανατροπών, που σε συνδυασμό με τις καταπληκτικές ερμηνείες των κορυφαίων μας ηθοποιών – μεγάλη έκπληξη η Ζωρζ Σαρρή σε έναν καταλυτικό για την υπόθεση ρόλο - κρατούν το θεατή κολλημένο στην οθόνη μέχρι και το τελευταίο λεπτό.
Μια γνωστή πρωταγωνίστρια του θεάτρου δολοφονείται και ταυτόχρονα ένας από τους ηθοποιούς του θιάσου εξαφανίζεται.
Ο δαιμόνιος αστυνόμος Μπέκας (Τίτος Βανδής) αλλά και ο διευθυντής μιας εφημερίδας (Αλέκος Αλεξανδράκης) αναζητούν την άκρη του νήματος για τον εντοπισμό του δολοφόνου.
Κι ενώ οι δύο άντρες σκαλίζουν τα μυστικά των εμπλεκόμενων προσώπων, τους αποκαλύπτεται σχετικά γρήγορα πως η υπόθεση ξεκινά από τον καιρό της γερμανικής κατοχής και πως το αδίκημα είναι αισθηματικής φύσεως.
Χωρίς να υπολείπεται σε τίποτα από τα αντίστοιχα χολιγουντιανά θρίλερ μυστηρίου, το Έγκλημα Στα Παρασκήνια δανείζεται και προσαρμόζει στην ελληνική πραγματικότητα, στοιχεία από το σύμπαν του Hitchcock, τους έντονους διαλόγους των κλασικών νουάρ του 50’ και την υποβλητική ατμόσφαιρα των ταινιών του Orson Welles.
Αποτελεί αδιαμφισβήτητα μεγάλη στιγμή για το ελληνικό σινεμά και ένα πρώτης τάξεως μάθημα σασπένς, που θα ικανοποιήσει πλήρως τους λάτρεις των ιστοριών του αστυνόμου Μπέκα αλλά και του μυστηρίου γενικότερα.
Πολύ καλές προτάσεις παρόμοιου ύφους, για σας που γουστάρετε τέτοιου είδους φιλμ είναι και τα: Αμφιβολίες (1964) του Γρηγόρη Γρηγορίου (πάλι βασισμένο σε βιβλίο του Μαρή ,για έναν άντρα (Ν.Κούρκουλος) που προσπαθεί να τρελάνει τη σύζυγο του), Ο Θάνατος Θα Ξανάρθει (1961) του Ερρίκου Θαλασσινού (με πύργους, δολοφονίες και φοβερή μουσική) και Έγκλημα Στο Κολωνάκι ( 1959) του Τζανή Αλιφέρη (πάλι με τον αστυνόμο Μπέκα).
Trailer δεν υπάρχει, αλλά δείτε σκηνές από τη ταινία, εδώ.
4. Ιστορία 52 (2008) του Αλέξη Αλεξίου
H Ιστορία 52 είναι ένα ψυχολογικό θρίλερ "δωματίου" με sci-fi προεκτάσεις που στριφογυρίζει στο μυαλό του κεντρικού ήρωα σαν ένα ασταμάτητο loop μέσα στο χρόνο.
Με βαθιές επιρροές από τα κινηματογραφικά σύμπαντα των Lynch και Polanski, ο Αλεξίου, στην πρώτη του αυτή μεγάλου μήκους προσπάθεια , μας παραδίδει ένα σχεδόν αριστουργηματικό δαιδαλώδες κινηματογραφικό παζλ, με εκθαμβωτική σκηνοθετική ματιά που το διαχωρίζει από οτιδήποτε έχουμε παρακολουθήσει μέχρι τώρα.
Ήρωας της ταινίας είναι ο Ιάσονας, ένας τυπικός σαραντάρης ο οποίος πάσχει από χρόνιους πονοκεφάλους.
Όταν συναντά την γοητευτική Πηνελόπη, αναγνωρίζει στο πρόσωπο της τον έρωτα της ζωής του και γι’ αυτό της προτείνει αμέσως να μείνουν μαζί ,στο υπό σήψη διαμέρισμα του.
Όμως ένα πρωινό ο Ιάσονας ξυπνά, η Πηνελόπη έχει εξαφανιστεί και έκπληκτος συνειδητοποιεί πως έχει χάσει μία βδομάδα από τη ζωή του.
Τότε ξεκινά το μαρτύριο για τον ήρωα μας αφού αρχίζει ν' αναρωτιέται αν όλα όσα συνέβησαν έγιναν στ' αλήθεια.
Άραγε υπήρξε ποτέ η Πηνελόπη;
Τι είναι πραγματικότητα απ’ αυτά που βιώνει και τι φαντασία;
Πόσες αλήθειες, πόσες ενοχές, πόσα λάθη και πόσα φαντάσματα κρύβει τελικά το διαμέρισμα 52;
Τίποτα δεν είναι ξεκάθαρο και τίποτε δεν είναι οριστικό σ’ αυτόν τον πολύπλευρο κινηματογραφικό γρίφο που έχει στήσει ο Αλεξίου, αφού όλα είναι πιθανά και όλα μπορούν να συμβούν όταν το μυαλό μπει σε περίεργα μονοπάτια.
Τρεμάμενα πλάνα και λήψεις του ιδίου γεγονότος από διαφορετικές οπτικές γωνίες, χρήση παραμορφωτικών φακών, σκοτεινή φωτογραφία, έντονη κίνηση κάμερας όταν απαιτείται, και χαρακτηριστική ονειρική μουσική είναι τα βασικά χαρακτηριστικά αυτής της μικρής έκπληξης που ήρθε από το πουθενά για να ανανεώσει τον ντόπιο κινηματογραφικό χάρτη.
Αν δεν την έχετε ανακαλύψει ακόμα, σπεύσατε...
Το εντυπωσιακό και ψαρωτικό trailer νομίζω θα σας πείσει.
3. Ο Δράκουλας Των Εξαρχείων (1983) του Νίκου Ζερβού
Πολιτικό-καλλιτεχνική σάτιρα με επιρροές από τις ταινίες τρόμου της δεκαετίας του 1960-70, αποτελεί το δικό μας Rocky Horror Picture Show και μια από τις πιο εύστοχες και διασκεδαστικές παρωδίες που έβγαλε ποτέ ο τόπος μας.
Ο τρελός ορθοπεδικός από τα Καρπάθια Βίκτωρ Παπαδόπουλος (Κ. Τζούμας) έχει εγκατασταθεί στα Εξάρχεια μαζί με την κόρη του (Ι. Μαυράκη) και τους δύο βοηθούς του.
Για να κερδίσει χρήματα αποφασίζει να κλέψει τα μέλη από νεκρούς μουσικούς (Χατζηδάκη, Χιώτη, Hendix κλπ) με σκοπό να τους ξαναφέρει στη ζωή μέσα από το ροκ συγκρότημα που θα δημιουργήσει.
Κάτι όμως δεν του πάει καλά στη συνταγή με αποτέλεσμα να προκύψουν οι Μουσικές Ταξιαρχίες με αρχηγό τον Τζίμη Πανούση.
Υπολογίζει όμως χωρίς τους νεκρούς, οι οποίοι εκνευρισμένοι που τους χάλασε την ησυχία, ανασταίνονται, συνδικαλίζονται, και με αρχηγό τους το Χαμένο Ανθυπολοχαγό της Αλβανίας (Α. Καφετζόπουλος) επαναστατούν, για να καταγγείλουν τις ενοχλητικές επιδρομές του στα νεκροταφεία, και επιτίθενται στο σπίτι του με σκοπό να τον τιμωρήσουν.
Η συνέχεια, πιστέψτε με, είναι δύσκολο να περιγραφεί με λόγια…
Ακραία, ευφάνταστη και διαχρονική, με πολλές στιγμές γνήσιας έμπνευσης, διαθέτει μεγάλες δόσεις αλήθειας και παραμένει επίκαιρη μέχρι και σήμερα.
Περιλαμβάνει τρελές ατάκες που έγιναν σλόγκα
"Από τα Καρπάθια, στα Εξάρχεια-Quelle decadence!" (Τζούμας),
"Εμένα με έθαψε ο Ελύτης, δε θα με ξεθάψει όποιος κι όποιος!" (Καφετζόπουλος) και κλασικές σκηνές καφρίλας όπως για παράδειγμα το στριπτίζ του Πανούση υπό τους ήχους του "Βρε Μελαχρινάκι, τη σκηνή της ανάστασης των νεκρών, την αλλοπρόσαλλη συνδικαλιστική συνεδρίαση και την performance του περίφημου «ντίσκο τσουτσούνι»!
Με δυο λόγια η απόλυτη cult ελληνική ταινία και η καλύτερη συντροφιά για μια χαβαλετζίδικη μεταμεσονύχτια προβολή.
Μπορείτε να παρακολουθήσετε τον δικό μας εγχώριο Δράκουλα σε όλο του το μεγαλείο παρακάτω.
2. Εφιάλτης (1961) του Ερρίκου Ανδρέου
Ο Εφιάλτης θεωρείται το ελληνικό “Ψυχώ” και όχι τυχαία, αφού εκτός από τις προφανείς ομοιότητες του σεναρίου, γυρίστηκε ένα χρόνο μετά το κανονικό.
Πρόκειται για ένα αμιγώς φιλμ τρόμου και φρίκης, ίσως το μοναδικό που γυρίστηκε εκείνη την περίοδο, ένα ιδιαιτέρως καλοφτιαγμένο θρίλερ που περιλαμβάνει όλα τα γνώριμα συστατικά του είδους.
Πρωταγωνίστρια της ταινίας είναι η φοβερή και τρομερή Άννα Μαργκό (αποκάλυψη η Βούλα Χαριλάου), μια πλούσια κληρονόμος, η οποία έχει ψυχρανθεί με την οικογένεια της για τα κληρονομικά.
Όταν λοιπόν δέχεται ένα παράξενο τηλεφώνημα, αμέσως καλεί τον δικηγόρο της Μιχάλη Νικολινάκο για να του πει ότι απειλείται από την παλιά της φίλη Εύη Λινάρδου.
Όσο όμως ο δικηγόρος ψάχνει την υπόθεση και συγκεντρώνει στοιχεία ο αδελφός της Άννας και πρώην σύζυγος της Εύης, δολοφονείται, περιπλέκοντας ακόμα περισσότερο τα πράγματα.
Κάπως έτσι, με τις εκπλήξεις και τις ανατροπές να διαδέχονται η μία την άλλη φτάνουμε στο φοβερό φινάλε όπου ανακαλύπτουμε πως η Άννα Μαργκό είναι μια ψυχασθενής, διχασμένη προσωπικότητα, που οικειοποιήθηκε την ταυτότητα της αντίζηλου της, Εύης Λινάρδου, και σκότωνε για να τιμωρήσει όλους τους ανθρώπους που την έκαναν από μικρή να υποφέρει!
Μάλιστα το πρωτότυπο της υπόθεσης είναι ότι τις εντολές για τα εγκλήματα, τις έπαιρνε από τον καθρέφτη του δωματίου της, τον μαγικό της καθρέφτη, όπως τον έλεγε, μέσα στον οποίο παρουσιάζονταν τα υποψήφια θύματα της.
Αυτή η συνομιλία που κάνει με τον εαυτό της στην τελευταία σκηνή, δείχνει για μια ακόμη φορά πόσο μπροστά από την εποχή μας ήμασταν κι ότι ο μονόλογος της Jessica Lange στο Αmerican Horror Story δεν ήταν τελικά και τόσο πρωτότυπος.
Αν και την ίδια περίοδο είχαμε τα αστυνομικά θρίλερ του Γιάννη Μαρή, ο Εφιάλτης του πρωτοεμφανιζόμενου τότε Ανδρέου "ξέφυγε" πολύ μπροστά, αφού κατάφερε να κοντράρει στα ίσα τα καλοφτιαγμένα θρίλερ του εξωτερικού.
Και δεν θα μπορούσε να γίνει διαφορετικά αφού διαθέτει: υπέροχη εφιαλτική ατμόσφαιρα (με ανατριχιαστικά αστραπόβροντα μες τη νυχτερινή καταιγίδα), εξαιρετική ασπρόμαυρη φωτογραφία, κλιμακούμενο αγχώδη ρυθμό, έναν θηλυκό Νόρμαν Μπέιτς που σκοτώνει με ψαλίδι (μάλιστα στη μοναδική εντός κάδρου σκηνή φόνου υπάρχει αίμα, στοιχείο αρκετά τολμηρό για την κινηματογραφική πραγματικότητα της εποχής), υποβλητική jazz μουσική υπόκρουση από την Μίμη Πλέσσα και ένα προχωρημένο, τολμηρό σενάριο που υπαινίσσεται μέχρι και σεξουαλικά ομοφυλοφιλικά όργια!
Για δεκαετίες ο Εφιάλτης τρόμαξε το ελληνικό κοινό όσο κανένα ελληνικό φιλμ και χαράκτηκε στη συνείδηση του ως η κορυφαία ελληνική ταινία τρόμου.
Τι κι αν πλέον είναι δυσεύρετος κι έχει χάσει μέρος από την παλιά του αίγλη, o Εφιάλτης θα μας θυμίζει πάντα, πως κάποτε οι Έλληνες την "είπαμε" για τα καλά στον Mr Hitchcock...
1. Το Κακό (2005) του Γιώργου Νούσια
Οι Έλληνες horror fans πάντα ήξεραν πως είναι δύσκολο να γυριστεί επί ελληνικού εδάφους ένα αξιοπρεπές horror movie αλλά ποτέ δεν φαντάζονταν ότι θα έπρεπε να φτάσουμε μέχρι το 2005 για να δούμε το πρώτο ελληνικό καθαρόαιμο splatter.
Υπεύθυνος γι’ αυτή τη πρώτη απόπειρα ήταν ο άνθρωπος- πολυεργαλείο Γιώργος Νούσιας, ο οποίος ανέλαβε να γυρίσει ένα πειραματικό, χαμηλού προϋπολογισμού, zombie- movie με τίτλο Το Κακό (ή αν θέλετε, το ελληνικό 28 Μέρες Μετά).
Χωρίς χρήματα αλλά με πολύ μεράκι, ο ταλαντούχος σκηνοθέτης και η παρέα του, κατάφεραν να φτιάξουν μια αρκετά διασκεδαστική και φρέσκια ταινία, η οποία παρά την ερασιτεχνική της φύση μπόρεσε να κερδίσει την αποδοχή και το θαυμασμό μεγάλης μερίδας του κοινού.
Η ιστορία ξεκινά όταν τρεις συνηθισμένοι εργάτες ανακαλύπτουν μια εκτός σχεδίου, υπόγεια σπηλιά.
Ένα μέρος όπου φωλιάζει το κακό του τίτλου, περιμένοντας κάποιον να το ξυπνήσει για σκορπίσει τον τρόμο.
Οι εργάτες λοιπόν κάνουν το μοιραίο λάθος και το ξυπνούν, με αποτέλεσμα σε διάστημα μόλις λίγων ωρών να μετατραπούν σε αιμοβόρα ζόμπι που απειλούν να μεταδώσουν τη δίψα τους σε ολόκληρη την πόλη.
Σωστά μαντέψατε, μετά από λίγο, το κέντρο της Αθήνας θυμίζει ταινία του Romero και οι λίγοι εναπομείναντες πολίτες συσπειρώνονται και οπλίζονται με θάρρος για να τα βγάλουν πέρα με την θανατηφόρα επιδημία και φυσικά με τις ορδές των αχόρταγων ζόμπι.
Χιούμορ, ατάκες και μπόλικο αίμα κάνουν το θεατή να περάσει ευχάριστα για μιάμιση ώρα , με την προϋπόθεση όμως να κάνει τα στραβά μάτια στα μέτρια έως κακά τεχνικά μέρη.
Σίγουρα Το Κακό δεν είναι η καλύτερη ταινία που έγινε ποτέ, έκανε όμως την αρχή, ρίσκαρε και σημείωσε εμπορική επιτυχία, δείχνοντας έτσι πως το ελληνικό κοινό είναι έτοιμο να δεχθεί τέτοιες horror προσπάθειες.
Μπορεί βέβαια να μην ευτύχησε να έχει υψηλό budjet, επαγγελματίες ηθοποιούς, εντυπωσιακά εφέ και πρωτότυπο σενάριο, άνοιξε όμως για τα καλά το δρόμο στα ελληνικά horror και ώθησε τους Έλληνες παραγωγούς να βάλουν το χέρι στην τσέπη (...καλά, όχι και πολύ βαθιά).
Kι αν το σκεφτούμε, κάπως έτσι δεν ξεκίνησε και Η Νύχτα Των Ζωντανών Νεκρών;
Επίκεντρο της ιστορίας είναι η Δωροθέα (Τζένη Θεωνά), μια όμορφη νεαρή κοπέλα η οποία αναγνωρίζει στο πρόσωπο του Χρήστου (Ανδρέας Κωνσταντίνου) το νέο της αγόρι.
Ο Χρήστος όμως δεν φαίνεται να είναι και το καλύτερο παιδί μιας και μπλέκει την ίδια και την παρέα της σε σκοτεινές σατανιστικές τελετές, οδηγώντας τους μέχρι το φόνο.
Βιντεοκλιπίστικο δράμα, ερωτικό love story και ταινία τρόμου μαζί, ακροβατεί μεταξύ σουρεαλισμού και φανταστικού, έχοντας ταυτόχρονα μια δόση τολμηρής γραφικότητας.
Αναδεικνύει τις σκηνοθετικές αρετές του - τηλεοπτικού κυρίως - Κράββα, προβληματίζει με τη θεματική της και περιέχει μερικές σκηνές που αποκλείεται ν’ αφήσουν αδιάφορο το θεατή.
Δεν εκμεταλλεύεται βέβαια στο έπακρο την ιστορία του σατανισμού και χωλαίνει σεναριακά προς το τέλος, αλλά αν μη τι άλλο, αποτελεί μια φιλόδοξη προσπάθεια που αξίζει προσοχής.
9. Μέδουσα (1998) του Γιώργου Λαζόπουλου
Οι συμμετοχές στα διεθνή φεστιβάλ του φανταστικού, το τρίτο βραβείο που πήρε στο 31ο Διεθνές Φεστιβάλ Κινηματογράφου στο Χιούστον το 1998 και η (αγέραστη!) Ελένη Φιλίνη στον πρωταγωνιστικό ρόλο, ήταν αρκετά για να εκτοξεύσουν τη Μέδουσα στην cult στρατόσφαιρα.
Η ταινία ακολουθεί το γνωστό μύθο της Μέδουσας, με μια όμως σημαντική αλλαγή: η μυστηριώδης γυναίκα πετρώνει μόνο τους άντρες και συγκεκριμένα τους μετατρέπει σε πέτρινα αγάλματα.
Αν τώρα όμως τύχει μια γυναίκα να κοιτάξει το πρόσωπό της, τότε η γυναίκα αυτή γίνεται η επόμενη Μέδουσα, ενώ η παλιά συρρικνώνεται σ' ένα σωρό από άμμο.
Πρωταγωνιστής της ταινίας είναι ο Περσέας (Θάνος Αμοργινός), αρχηγός μιας συμμορίας που, μεταξύ άλλων, κάνει διαρρήξεις σε σπίτια.
Κάποια μέρα λοιπόν, μπαίνουν κατά τύχη στο σπίτι της Μέδουσας και χωρίς να το περιμένουν έρχονται αντιμέτωποι με το μεγάλο της μυστικό..
Εκτός από σεναριακό ενδιαφέρον η ταινία του Γ.Λαζόπουλου διαθέτει και αρκετό μυστήριο, με σκηνές μάλιστα που δεν έχουν να ζηλέψουν και πολλά από ανάλογα χολιγουντιανά low budjet θρίλερ της εποχής.
Νομίζω πως η Μέδουσα αποτελεί ιδανική επιλογή για βραδιές με θέμα: cult και ξερό (ελληνικό) ψωμί...
Άλλωστε έχει διακριθεί μέχρι και στο Greek Cult Film Festival που γίνεται κάθε χρόνο στο Gagarin.
ένα απόσπασμα από την ταινία μπορείτε να δείτε εδώ
8. Το Κακό Στην Εποχή Των Ηρώων (2009) του Γιώργου Νούσια
Υπερφιλόδοξο αιματοβαμμένο σίκουελ του Κακού που σημείωσε αξιοπρεπέστατη πορεία στις ελληνικές αίθουσες αλλά δεν κατάφερε να φτάσει τη φρεσκάδα του πρωτότυπου.
Παρόλα αυτά είναι σε θέαμα πιο χορταστικό από το πρώτο, με πρωτόγνωρα για τα ελληνικά δεδομένα ειδικά εφέ, έχει χιούμορ και ένα πιο αναγνωρίσιμο καστ που περιλαμβάνει από έλληνες ζεν πρεμιέ μέχρι τον πολύ Billy Zane (Τitanic) σε special quest εμφάνιση.
Συνεχίζοντας την ιστορία από κει που την άφησε η πρώτη επίσκεψη του Κακού, η ολιγάριθμη ομάδα διασωθέντων αγωνίζεται να ξεφύγει από τους ζόμπι-διώκτες της.
Παράλληλα, προσπαθεί να μιμηθεί τους αρχαίους ημών προγόνους, οι οποίοι πριν από 2.800 χρόνια είχαν αντιμετωπίσει το Κακό νικηφόρα.
Σαφέστατα το σίκουελ του Κακού αποτελεί την πιο επαγγελματική horror προσπάθεια που έγινε εντός ελληνικών συνόρων.
Μπορεί να μην κατάφερε να ανταποκριθεί πλήρως στις ανάγκες της μεγάλης οθόνης, έδειξε όμως πως οι Έλληνες δημιουργοί διαθέτουν τις ικανότητες για να φέρουν εις πέρας ένα μεγαλόπνοο project.
7. Το Όνειρο του Σκύλου (2005) του Άγγελου Φραντζή
Με συμμετοχές σε διεθνή φεστιβάλ, Το Όνειρο του Σκύλου μπλέκει με ατμοσφαιρικό τρόπο μυστήριο και φαντασία, σε μια ιστορία που ακροβατεί μεταξύ ονείρου και πραγματικότητας.
Ακολουθώντας πιστά τον κόσμο του David Lynch, οδηγεί τους ήρωες του σε αλλόκοτες καταστάσεις, πέρα από τα συνηθισμένα, αναδεικνύοντας τη σκοτεινή και παράξενη πλευρά της Αθήνας.
Ένας άνδρας ακούει από έναν συνάδελφο του στο γραφείο την διήγηση ενός ονείρου που αφορά μια παράξενη ληστεία.
Επιστρέφοντας στο σπίτι του, ανακαλύπτει ότι όλα του τα υπάρχοντα έχουν κλαπεί με εξίσου παράξενο τρόπο και έτσι απευθύνεται στην αστυνομία.
Εκεί ένας έμπειρος αστυνόμος προσπαθεί να εξιχνιάσει την υπόθεση με κάπως ανορθόδοξες μεθόδους.
Όσο όμως περνάει η νύχτα, το μυστήριο σιγά σιγά εξαπλώνεται σε ολόκληρη την πόλη και παράξενα περιστατικά οδηγούν τους ήρωες σε ένα ταξίδι που μοιάζει να ξεφεύγει από την πραγματικότητα και να συναντά τον κόσμο του ονείρου.
Αρκετά χαώδης και πειραματική η ταινία του Φραντζή, μπορεί να καταπιάνεται με ένα ασυνήθιστο για το λαό μας είδος, τα καταφέρνει όμως αρκετά καλά, πηγαίνοντας το ελληνικό σινεμά του φανταστικού ένα βήμα πιο μπροστά.
6. Singapore Sling – Ο Άνθρωπος Που Αγάπησε Ένα Πτώμα (1990) του Νίκου Νικολαΐδη
Με τον τίτλο της πιο προκλητικής, τολμηρής και προχωρημένης ελληνικής ταινίας που έγινε ποτέ στις αποσκευές της, δοκίμασε τα όρια της κοινής γνώμης και μισήθηκε όσο καμία.
Με σκηνές που περιλαμβάνουν πάσης φύσεως ανωμαλίες και ακρότητες ανέβασε τον πήχυ του ακραίου κινηματογράφου σε δυσθεώρητα ύψη, και απέδειξε πως η ελληνική λογοκρισία είναι σε αντίθεση με άλλες, υπέρ του δέοντος ελαστική.
Ο Singapore Sling είναι ένας από κείνους τους τύπους χωρίς λεφτά, σπίτι και φίλους, που κυνηγούν χαμένες υποθέσεις.
Η δική του χαμένη υπόθεση λέγεται Λάουρα και αποτελεί τον μεγάλο του έρωτα.
Αν και υποψιάζεται πως το κορίτσι που γυρεύει τόσα χρόνια, έχει πεθάνει, και πως είναι ερωτευμένος με ένα πτώμα, αυτός συνεχίζει να το ψάχνει.
Έτσι, ένα βράδυ με βροχή και θύελλα, πληγωμένος και χωρίς να έχει πια να χάσει τίποτα, φτάνει σε ένα σπίτι κάπου στο πουθενά, πιστεύοντας ότι εκεί μπορεί να βρίσκεται η Λάουρα.
Όμως αντί για εκείνη συναντά δύο γυναίκες, ολίγον τι πειραγμένες, που τον μπλέκουν σε ένα ακραίο παιχνίδι διαστροφής που δεν έχει τελειωμό.
Το Singapore Sling είναι μια ταινία - γροθιά στο στομάχι, μια φιλμική πρόταση που επιστρατεύει την πρόκληση για την πρόκληση με σκοπό να κάνει ένα σχόλιο για τη νοσηρότητα των καιρών μας.
Ένας συνειδητά επιθετικός κινηματογράφος, στα όρια του αρρωστημένου, που τολμά να ρισκάρει και να κάνει τα μούτρα των συντηρητικών, κρέας!
Και για να γίνω πιο κατανοητός: σεξ, βία και διαστροφή σε όλο τους το μεγαλείο, για λίγους και καλούς.
5. Έγκλημα στα Παρασκήνια (1960) του Ντίνου Κατσουρίδη
Κλασικό αστυνομικό θρίλερ της χρυσής εποχής του ελληνικού κινηματογράφου, βασίζεται στο ομώνυμο μυθιστόρημα του Γιάννη Μαρή (ο οποίος συνεργάστηκε και στο σενάριο), αποτέλεσε την πρώτη δουλειά του σκηνοθέτη και χαρακτηρίστηκε από πολλούς ως το κορυφαίο ελληνικό φιλμ νουάρ.
Αγωνία, μυστήριο και ατμόσφαιρα μπλέκονται σε ένα υπέροχο παιχνίδι έντασης και ανατροπών, που σε συνδυασμό με τις καταπληκτικές ερμηνείες των κορυφαίων μας ηθοποιών – μεγάλη έκπληξη η Ζωρζ Σαρρή σε έναν καταλυτικό για την υπόθεση ρόλο - κρατούν το θεατή κολλημένο στην οθόνη μέχρι και το τελευταίο λεπτό.
Μια γνωστή πρωταγωνίστρια του θεάτρου δολοφονείται και ταυτόχρονα ένας από τους ηθοποιούς του θιάσου εξαφανίζεται.
Ο δαιμόνιος αστυνόμος Μπέκας (Τίτος Βανδής) αλλά και ο διευθυντής μιας εφημερίδας (Αλέκος Αλεξανδράκης) αναζητούν την άκρη του νήματος για τον εντοπισμό του δολοφόνου.
Κι ενώ οι δύο άντρες σκαλίζουν τα μυστικά των εμπλεκόμενων προσώπων, τους αποκαλύπτεται σχετικά γρήγορα πως η υπόθεση ξεκινά από τον καιρό της γερμανικής κατοχής και πως το αδίκημα είναι αισθηματικής φύσεως.
Χωρίς να υπολείπεται σε τίποτα από τα αντίστοιχα χολιγουντιανά θρίλερ μυστηρίου, το Έγκλημα Στα Παρασκήνια δανείζεται και προσαρμόζει στην ελληνική πραγματικότητα, στοιχεία από το σύμπαν του Hitchcock, τους έντονους διαλόγους των κλασικών νουάρ του 50’ και την υποβλητική ατμόσφαιρα των ταινιών του Orson Welles.
Αποτελεί αδιαμφισβήτητα μεγάλη στιγμή για το ελληνικό σινεμά και ένα πρώτης τάξεως μάθημα σασπένς, που θα ικανοποιήσει πλήρως τους λάτρεις των ιστοριών του αστυνόμου Μπέκα αλλά και του μυστηρίου γενικότερα.
Πολύ καλές προτάσεις παρόμοιου ύφους, για σας που γουστάρετε τέτοιου είδους φιλμ είναι και τα: Αμφιβολίες (1964) του Γρηγόρη Γρηγορίου (πάλι βασισμένο σε βιβλίο του Μαρή ,για έναν άντρα (Ν.Κούρκουλος) που προσπαθεί να τρελάνει τη σύζυγο του), Ο Θάνατος Θα Ξανάρθει (1961) του Ερρίκου Θαλασσινού (με πύργους, δολοφονίες και φοβερή μουσική) και Έγκλημα Στο Κολωνάκι ( 1959) του Τζανή Αλιφέρη (πάλι με τον αστυνόμο Μπέκα).
Trailer δεν υπάρχει, αλλά δείτε σκηνές από τη ταινία, εδώ.
4. Ιστορία 52 (2008) του Αλέξη Αλεξίου
H Ιστορία 52 είναι ένα ψυχολογικό θρίλερ "δωματίου" με sci-fi προεκτάσεις που στριφογυρίζει στο μυαλό του κεντρικού ήρωα σαν ένα ασταμάτητο loop μέσα στο χρόνο.
Με βαθιές επιρροές από τα κινηματογραφικά σύμπαντα των Lynch και Polanski, ο Αλεξίου, στην πρώτη του αυτή μεγάλου μήκους προσπάθεια , μας παραδίδει ένα σχεδόν αριστουργηματικό δαιδαλώδες κινηματογραφικό παζλ, με εκθαμβωτική σκηνοθετική ματιά που το διαχωρίζει από οτιδήποτε έχουμε παρακολουθήσει μέχρι τώρα.
Ήρωας της ταινίας είναι ο Ιάσονας, ένας τυπικός σαραντάρης ο οποίος πάσχει από χρόνιους πονοκεφάλους.
Όταν συναντά την γοητευτική Πηνελόπη, αναγνωρίζει στο πρόσωπο της τον έρωτα της ζωής του και γι’ αυτό της προτείνει αμέσως να μείνουν μαζί ,στο υπό σήψη διαμέρισμα του.
Όμως ένα πρωινό ο Ιάσονας ξυπνά, η Πηνελόπη έχει εξαφανιστεί και έκπληκτος συνειδητοποιεί πως έχει χάσει μία βδομάδα από τη ζωή του.
Τότε ξεκινά το μαρτύριο για τον ήρωα μας αφού αρχίζει ν' αναρωτιέται αν όλα όσα συνέβησαν έγιναν στ' αλήθεια.
Άραγε υπήρξε ποτέ η Πηνελόπη;
Τι είναι πραγματικότητα απ’ αυτά που βιώνει και τι φαντασία;
Πόσες αλήθειες, πόσες ενοχές, πόσα λάθη και πόσα φαντάσματα κρύβει τελικά το διαμέρισμα 52;
Τίποτα δεν είναι ξεκάθαρο και τίποτε δεν είναι οριστικό σ’ αυτόν τον πολύπλευρο κινηματογραφικό γρίφο που έχει στήσει ο Αλεξίου, αφού όλα είναι πιθανά και όλα μπορούν να συμβούν όταν το μυαλό μπει σε περίεργα μονοπάτια.
Τρεμάμενα πλάνα και λήψεις του ιδίου γεγονότος από διαφορετικές οπτικές γωνίες, χρήση παραμορφωτικών φακών, σκοτεινή φωτογραφία, έντονη κίνηση κάμερας όταν απαιτείται, και χαρακτηριστική ονειρική μουσική είναι τα βασικά χαρακτηριστικά αυτής της μικρής έκπληξης που ήρθε από το πουθενά για να ανανεώσει τον ντόπιο κινηματογραφικό χάρτη.
Αν δεν την έχετε ανακαλύψει ακόμα, σπεύσατε...
Το εντυπωσιακό και ψαρωτικό trailer νομίζω θα σας πείσει.
3. Ο Δράκουλας Των Εξαρχείων (1983) του Νίκου Ζερβού
Πολιτικό-καλλιτεχνική σάτιρα με επιρροές από τις ταινίες τρόμου της δεκαετίας του 1960-70, αποτελεί το δικό μας Rocky Horror Picture Show και μια από τις πιο εύστοχες και διασκεδαστικές παρωδίες που έβγαλε ποτέ ο τόπος μας.
Ο τρελός ορθοπεδικός από τα Καρπάθια Βίκτωρ Παπαδόπουλος (Κ. Τζούμας) έχει εγκατασταθεί στα Εξάρχεια μαζί με την κόρη του (Ι. Μαυράκη) και τους δύο βοηθούς του.
Για να κερδίσει χρήματα αποφασίζει να κλέψει τα μέλη από νεκρούς μουσικούς (Χατζηδάκη, Χιώτη, Hendix κλπ) με σκοπό να τους ξαναφέρει στη ζωή μέσα από το ροκ συγκρότημα που θα δημιουργήσει.
Κάτι όμως δεν του πάει καλά στη συνταγή με αποτέλεσμα να προκύψουν οι Μουσικές Ταξιαρχίες με αρχηγό τον Τζίμη Πανούση.
Υπολογίζει όμως χωρίς τους νεκρούς, οι οποίοι εκνευρισμένοι που τους χάλασε την ησυχία, ανασταίνονται, συνδικαλίζονται, και με αρχηγό τους το Χαμένο Ανθυπολοχαγό της Αλβανίας (Α. Καφετζόπουλος) επαναστατούν, για να καταγγείλουν τις ενοχλητικές επιδρομές του στα νεκροταφεία, και επιτίθενται στο σπίτι του με σκοπό να τον τιμωρήσουν.
Η συνέχεια, πιστέψτε με, είναι δύσκολο να περιγραφεί με λόγια…
Ακραία, ευφάνταστη και διαχρονική, με πολλές στιγμές γνήσιας έμπνευσης, διαθέτει μεγάλες δόσεις αλήθειας και παραμένει επίκαιρη μέχρι και σήμερα.
Περιλαμβάνει τρελές ατάκες που έγιναν σλόγκα
"Από τα Καρπάθια, στα Εξάρχεια-Quelle decadence!" (Τζούμας),
"Εμένα με έθαψε ο Ελύτης, δε θα με ξεθάψει όποιος κι όποιος!" (Καφετζόπουλος) και κλασικές σκηνές καφρίλας όπως για παράδειγμα το στριπτίζ του Πανούση υπό τους ήχους του "Βρε Μελαχρινάκι, τη σκηνή της ανάστασης των νεκρών, την αλλοπρόσαλλη συνδικαλιστική συνεδρίαση και την performance του περίφημου «ντίσκο τσουτσούνι»!
Με δυο λόγια η απόλυτη cult ελληνική ταινία και η καλύτερη συντροφιά για μια χαβαλετζίδικη μεταμεσονύχτια προβολή.
Μπορείτε να παρακολουθήσετε τον δικό μας εγχώριο Δράκουλα σε όλο του το μεγαλείο παρακάτω.
2. Εφιάλτης (1961) του Ερρίκου Ανδρέου
Ο Εφιάλτης θεωρείται το ελληνικό “Ψυχώ” και όχι τυχαία, αφού εκτός από τις προφανείς ομοιότητες του σεναρίου, γυρίστηκε ένα χρόνο μετά το κανονικό.
Πρόκειται για ένα αμιγώς φιλμ τρόμου και φρίκης, ίσως το μοναδικό που γυρίστηκε εκείνη την περίοδο, ένα ιδιαιτέρως καλοφτιαγμένο θρίλερ που περιλαμβάνει όλα τα γνώριμα συστατικά του είδους.
Πρωταγωνίστρια της ταινίας είναι η φοβερή και τρομερή Άννα Μαργκό (αποκάλυψη η Βούλα Χαριλάου), μια πλούσια κληρονόμος, η οποία έχει ψυχρανθεί με την οικογένεια της για τα κληρονομικά.
Όταν λοιπόν δέχεται ένα παράξενο τηλεφώνημα, αμέσως καλεί τον δικηγόρο της Μιχάλη Νικολινάκο για να του πει ότι απειλείται από την παλιά της φίλη Εύη Λινάρδου.
Όσο όμως ο δικηγόρος ψάχνει την υπόθεση και συγκεντρώνει στοιχεία ο αδελφός της Άννας και πρώην σύζυγος της Εύης, δολοφονείται, περιπλέκοντας ακόμα περισσότερο τα πράγματα.
Κάπως έτσι, με τις εκπλήξεις και τις ανατροπές να διαδέχονται η μία την άλλη φτάνουμε στο φοβερό φινάλε όπου ανακαλύπτουμε πως η Άννα Μαργκό είναι μια ψυχασθενής, διχασμένη προσωπικότητα, που οικειοποιήθηκε την ταυτότητα της αντίζηλου της, Εύης Λινάρδου, και σκότωνε για να τιμωρήσει όλους τους ανθρώπους που την έκαναν από μικρή να υποφέρει!
Μάλιστα το πρωτότυπο της υπόθεσης είναι ότι τις εντολές για τα εγκλήματα, τις έπαιρνε από τον καθρέφτη του δωματίου της, τον μαγικό της καθρέφτη, όπως τον έλεγε, μέσα στον οποίο παρουσιάζονταν τα υποψήφια θύματα της.
Αυτή η συνομιλία που κάνει με τον εαυτό της στην τελευταία σκηνή, δείχνει για μια ακόμη φορά πόσο μπροστά από την εποχή μας ήμασταν κι ότι ο μονόλογος της Jessica Lange στο Αmerican Horror Story δεν ήταν τελικά και τόσο πρωτότυπος.
Αν και την ίδια περίοδο είχαμε τα αστυνομικά θρίλερ του Γιάννη Μαρή, ο Εφιάλτης του πρωτοεμφανιζόμενου τότε Ανδρέου "ξέφυγε" πολύ μπροστά, αφού κατάφερε να κοντράρει στα ίσα τα καλοφτιαγμένα θρίλερ του εξωτερικού.
Και δεν θα μπορούσε να γίνει διαφορετικά αφού διαθέτει: υπέροχη εφιαλτική ατμόσφαιρα (με ανατριχιαστικά αστραπόβροντα μες τη νυχτερινή καταιγίδα), εξαιρετική ασπρόμαυρη φωτογραφία, κλιμακούμενο αγχώδη ρυθμό, έναν θηλυκό Νόρμαν Μπέιτς που σκοτώνει με ψαλίδι (μάλιστα στη μοναδική εντός κάδρου σκηνή φόνου υπάρχει αίμα, στοιχείο αρκετά τολμηρό για την κινηματογραφική πραγματικότητα της εποχής), υποβλητική jazz μουσική υπόκρουση από την Μίμη Πλέσσα και ένα προχωρημένο, τολμηρό σενάριο που υπαινίσσεται μέχρι και σεξουαλικά ομοφυλοφιλικά όργια!
Για δεκαετίες ο Εφιάλτης τρόμαξε το ελληνικό κοινό όσο κανένα ελληνικό φιλμ και χαράκτηκε στη συνείδηση του ως η κορυφαία ελληνική ταινία τρόμου.
Τι κι αν πλέον είναι δυσεύρετος κι έχει χάσει μέρος από την παλιά του αίγλη, o Εφιάλτης θα μας θυμίζει πάντα, πως κάποτε οι Έλληνες την "είπαμε" για τα καλά στον Mr Hitchcock...
1. Το Κακό (2005) του Γιώργου Νούσια
Οι Έλληνες horror fans πάντα ήξεραν πως είναι δύσκολο να γυριστεί επί ελληνικού εδάφους ένα αξιοπρεπές horror movie αλλά ποτέ δεν φαντάζονταν ότι θα έπρεπε να φτάσουμε μέχρι το 2005 για να δούμε το πρώτο ελληνικό καθαρόαιμο splatter.
Υπεύθυνος γι’ αυτή τη πρώτη απόπειρα ήταν ο άνθρωπος- πολυεργαλείο Γιώργος Νούσιας, ο οποίος ανέλαβε να γυρίσει ένα πειραματικό, χαμηλού προϋπολογισμού, zombie- movie με τίτλο Το Κακό (ή αν θέλετε, το ελληνικό 28 Μέρες Μετά).
Χωρίς χρήματα αλλά με πολύ μεράκι, ο ταλαντούχος σκηνοθέτης και η παρέα του, κατάφεραν να φτιάξουν μια αρκετά διασκεδαστική και φρέσκια ταινία, η οποία παρά την ερασιτεχνική της φύση μπόρεσε να κερδίσει την αποδοχή και το θαυμασμό μεγάλης μερίδας του κοινού.
Η ιστορία ξεκινά όταν τρεις συνηθισμένοι εργάτες ανακαλύπτουν μια εκτός σχεδίου, υπόγεια σπηλιά.
Ένα μέρος όπου φωλιάζει το κακό του τίτλου, περιμένοντας κάποιον να το ξυπνήσει για σκορπίσει τον τρόμο.
Οι εργάτες λοιπόν κάνουν το μοιραίο λάθος και το ξυπνούν, με αποτέλεσμα σε διάστημα μόλις λίγων ωρών να μετατραπούν σε αιμοβόρα ζόμπι που απειλούν να μεταδώσουν τη δίψα τους σε ολόκληρη την πόλη.
Σωστά μαντέψατε, μετά από λίγο, το κέντρο της Αθήνας θυμίζει ταινία του Romero και οι λίγοι εναπομείναντες πολίτες συσπειρώνονται και οπλίζονται με θάρρος για να τα βγάλουν πέρα με την θανατηφόρα επιδημία και φυσικά με τις ορδές των αχόρταγων ζόμπι.
Χιούμορ, ατάκες και μπόλικο αίμα κάνουν το θεατή να περάσει ευχάριστα για μιάμιση ώρα , με την προϋπόθεση όμως να κάνει τα στραβά μάτια στα μέτρια έως κακά τεχνικά μέρη.
Σίγουρα Το Κακό δεν είναι η καλύτερη ταινία που έγινε ποτέ, έκανε όμως την αρχή, ρίσκαρε και σημείωσε εμπορική επιτυχία, δείχνοντας έτσι πως το ελληνικό κοινό είναι έτοιμο να δεχθεί τέτοιες horror προσπάθειες.
Μπορεί βέβαια να μην ευτύχησε να έχει υψηλό budjet, επαγγελματίες ηθοποιούς, εντυπωσιακά εφέ και πρωτότυπο σενάριο, άνοιξε όμως για τα καλά το δρόμο στα ελληνικά horror και ώθησε τους Έλληνες παραγωγούς να βάλουν το χέρι στην τσέπη (...καλά, όχι και πολύ βαθιά).
Kι αν το σκεφτούμε, κάπως έτσι δεν ξεκίνησε και Η Νύχτα Των Ζωντανών Νεκρών;
Post a Comment